ΒΡΑΖΕΙ ΤΟ ΑΜΑΛΓΑΜΑ ΤΩΝ ΛΑΩΝ ΠΟΥ ΑΠΟΤΕΛΟΥΝ ΤΗ ΣΟΒΙΕΤΙΚΗ ΕΝΩΣΗ
Σε ισχυρά πολιτικά και ιδεολογικά ρεύματα με απρόβλεπτες επιπτώσεις αναδεικνύονται τα διάφορα εθνικιστικά κινήματα που έχουν ξεσπάσει και συγκλονίζουν συνθέμελα τη Σοβιετική αυτοκρατορία. Και μέχρι σήμερα, δεν υπάρχει ιστορικά προηγούμενα που να δείχνουν ότι η διάλυση των αυτοκρατοριών μπορεί να γίνει με ομαλό και συντεταγμένο τρόπο ή ότι οι αναγκαίες προσαρμογές συντελούνται χωρίς σοβαρό κόστος. Αν η σοβιετική ηγεσία καταφέρει τελικά να συγκρατήσει τις τάσεις για απόσχιση και ανεξαρτησία που εμφανίζονται στις Βαλτικές Χώρες και στην Υπερκαυκασία -περιοχές που οι δύο βασικές για την ασφάλειά της— ή να διαπραγματευτεί τη μετάβαση σ’ ένα καθεστώς αυτονομίας ή ανεξαρτησίας που θα κατοχυρώνει και τα δικά της συμφέροντα ασφάλειας, τότε θα περιοριστούν επικίνδυνοι κλυδωνισμοί που πιθανόν να έθεταν σε κίνδυνο την ειρήνη στην περιοχή·
Το Σύμφωνο της Βαρσοβίας
Ήδη η «υγειονομική ζώνη» στα δυτικά σύνορα της Σοβιετικής Ένωσης πρέπει να θεωρηθεί ότι δεν υπάρχει πλέον, μολονότι παραμένει το Σύμφωνο της Βαρσοβίας. Αν στο παρελθόν το Raison d’etre του Συμφώνου ήταν η υπεράσπιση του «σοσιαλιστικού στρατοπέδου» και η άμυνα απέναντι στην «ιμπεριαλιστική περικύκλωση», σήμερα είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ποιο θα μπορούσε να είναι εκείνο το κοινό ιδανικό που θα παρείχε το κίνητρο για την υπεράσπισή του από μια ομάδα κρατών. Έχει εκλείψει, μ’ άλλα λόγια, η ιδεολογική βάση πάνω στην οποία θα μπορούσε να στη- ριχθεί κάποιο γεωπολιτικό αμυντικό δόγμα.
Αντίθετα, στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης που προχωρούν σταδιακά στη δημοκρατική συγκρότηση της πολιτείας τους, αφυπνίζονται τώρα εθνικιστικές δυνάμεις που παρέμειναν λανθάνουσες και υποβόσκουσες λόγω της ασφυκτικής σοβιετικής λαβής και λόγω των εσωτερικών καθεστώτων τους που δεν επέτρεπαν την εκδήλωση αντι-ρωσικών αισθημάτων ή εθνικιστικής δυσαρέσκειας.
Οι διαδικασίες διαπραγμάτευσης της αποχώρησης των σοβιετικών στρατευμάτων από τις Ανατολικές χώρες δεν αποτελεί μία πράξη επιβεβαίωσης της κρατικής κυριαρχίας αλλά και αποκατάστασης του εθνικού γοήτρου που έχει πληγεί -ίσως ανεπανόρθωτα- όπως στην Ουγγαρία ή την Τσεχοσλοβακία από τις έξωθεν στρατιωτικές επεμβάσεις, τη στάθμευση ξένων στρατευμάτων και την εγκατάσταση ξένων βάσεων.
Εθνική ταυτότητα
Και όσον αφορά τα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης οι διαδικασίες που έχουν ξεκινήσει σχετικά με την επανάκτηση της εθνικής της ταυτότητας, τον επαναπροσδιορισμό της στις νέες συνθήκες και την αυτο-επιβεβαίωσή της με όρους εθνικής ανεξαρτησίας, θα είναι μακρές. Αλλά οι οποιεσδήποτε εθνικιστικές τάσεις μπορούν να συγκρατηθούν στα σημερινά εδαφικά πλαίσια των κρατών, αν και η ύπαρξη διαφόρων μειονοτήτων, όπως π.χ. των Μαγυάρων στη Ρουμανία, μπορεί να δημιουργήσει σοβαρές τριβές και προβλήματα. Επί πλέον η λύση του γερμανικού προβλήματος με την αναπόφευκτη επανένωση, είναι βέβαιο ότι θα συνοδεύεται από σειρά διευθετήσεων ασφαλείας που θα ικανοποιούν τις απαιτήσεις όλων των πλευρών για ειρηνική συμβίωση και συνεργασία.
Οι ρυθμίσεις αυτές καθίστανται επιτακτικές από την ανάγκη συγκράτησης των εθνικισμών στα σημερινά εδαφικά κρατικά πλαίσια και την παροχή εγγυήσεων ή τη δημιουργία νέων συλλογικών συστημάτων ασφαλείας για να διατηρηθεί η ανεξαρτησία και εδαφική ακεραιότητα των κρατών αυτών. Γιατί αποτελεί ιστορική πραγματικότητα το γεγονός ότι το πρόβλημα των εθνοτήτων και των εθνικισμών που εκρήγνυνται στην Ανατολική Ευρώπη προέρχονται από την ίδια ιστορική πηγή: από την αποτυχία της περιοχής να παράγει βιώσιμα εθνικά κράτη.
Οι βασιλείς της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ισπανίας κατάφεραν τον 16ο και 17ο αιώνα να συγκροτήσουν μεγάλες, συγκεντρωτικές και οικονομικά συνεκτικές εθνικές κυβερνήσεις, όταν την ίδια περίοδο μικρότερες εθνικές και γλωσσικές ομάδες στην Ανατολή αποτελούσαν ακόμα εξαρτημένα φέουδα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ή σατραπίες και «ηγεμονίες» της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο οι νικήτριες δυτικές δυνάμεις προσπάθησαν να αχρηστεύσουν τους πυροδοτικούς μηχανισμούς των εθνικιστικών εκρήξεων σχεδιάζοντας ανεξάρτητα κράτη βασισμένα όσο πλησιέστερα ήταν δυνατόν στην αρχή της αυτοδιάθεσης.
Η φόρμουλα αυτή δεν απέδωσε. Οι πολιτικές μονάδες που δημιουργήθηκαν (π.χ. Ουγγαρία, Τσεχοσλοβακία, Σερβία) αποδείχθηκαν μικρές και αδύναμες να αντισταθούν στην πίεση ισχυροτέρων δυνάμεων με αποτέλεσμα να καταβροχθιστούν από την πολεμική μηχανή του Χίτλερ ή να τεθούν υπό τον σοβιετικό έλεγχο με τις συμφωνίες της Γιάλτας και του Πότ- σδαμ το 1945.
Αμάλγαμα
Η Σοβιετική Ένωση δεν αποτελεί σύνδεσμο κρατών στον οποίο τα μέλη προσχώρησαν με τη θέλησή τους και επί ίσοις όροις. Αποτελεί ένα αμάλγαμα λαών που ελάχιστα κοινά έχουν μεταξύ τους και που υπήχθησαν με τη βία ή στην κυριαρχία της Μόσχας από την εποχή του Ιβάν του Μεγάλου (1462-1505) μέχρι την εποχή του Τσάρου Αλέξανδρου του Γ’ ή μετά τον Κόκκινο στρατό και τον Στάλιν.
Οι χώρες της Βαλτικής
Καθώς η σοβιετική ισχύς εξασθενεί, οι Δημοκρατίες της Βαλτικής επιζητούν την ανεξαρτητοποίησή τους από την Ένωση και τα εθνικιστικά κινήματα είναι αρκετά ισχυρά ώστε να επιβάλουν τελικά μια τέτοια λύση. Είναι χαρακτηριστικό το ότι ο Γκορμπατσιυφ απέτυχε να πείσει τους Λιθουανούς, κατά την επίσκεψή του και τον ανοιχτό δημόσιο διάλογο που είχε μαζί τους τον περασμένο Ιανουάριο, για τα καλά της Ένωσης, αν και χρησιμοποίησε όλων των ειδών τα επιχειρήματα, οικονομικά και πολιτικά: «Έχουμε συνδεθεί στενά τα τελευταία πενήντα χρόνια», τους είπε, «ή μας αρέσει, ή όχι». Γεγονός όμως είναι ότι οι χώρες της Βαλτικής προσαρτήθηκαν στη Σ. Ένωση μετά το Σύμφωνο Μολότοφ – Ρίμπεντοπ το 1939.
Η Υπερκαυκασία
Στα νότια σύνορά της η Σοβιετική Ένωση αντιμετωπίζει μια πολύ πιο σοβαρή απειλή για την ενότητά της από το βίαιο εθνικιστικό κίνημα των Αζέρων του Αζερμπαϊτζάν. Λόγω της εδαφικής γειτνίασης με συγγενείς ομάδες οργανωμένες σε κράτη (Τουρκία, Ιράν), το εθνικιστικό κίνημα, που έχει τις ρίζες του στον περασμένο αιώνα με καθοριστικές τις τάσεις του ισλαμισμού παν-τουρκισμού, μπορεί άνετα να πάρει διαστάσεις, αλυτρωτισμού. Μ’ άλλα λόγια, να θεωρήσει οποιαδήποτε μορφή αυτονομίας ή ανεξαρτησίας ως πρώτο βήμα για την ενότητα, εδαφική και πολιτική, με όμοιο κράτος.
Αντιδράσεις
Συμπερασματικά, τα εθνικιστικά κινήματα αποτελούν μια άμεση απειλή για τον Γκορμπατσώφ και την πολιτική του και προκαλούν ποικίλες αντιδράσεις στο εσωτερικό της Σοβιετικής Ένωσης, όπως π.χ. την αναβίωση του ρωσικού σωβινισμού και της ρωσικής «πνευματικότητας» με την ενεργό υποστήριξη της Εκκλησίας και ακραίων εθνικιστικών ομάδων.
Η σκιαγράφηση αυτή των εθνικισμών με τις πιθανές επιπτώσεις της ισχυρής αναβίωσής τους, που δεν μπορεί πλέον να καταπιεστεί ή να ελεγχθεί παρά μόνο προσωρινά, παραπέμπει σε μια βαθύτερη εξέταση του φαινομένου. Γιατί αποδείχθηκε ότι οι εθνικιστικές ιδεολογίες είναι πολύ πιο ανθεκτικές ιστορικά από τις ταξικές και κοινωνικές, προσφέρουν ευρύτερη ενοποιητική βάση στις κοινωνίες, προβάλλουν με μεγαλύτερη δύναμη στο ιστορικό προσκήνιο, έχουν τεράστιες δυνατότητες κινητοποίησης των μαζών και πιο διαρκή αποτελέσματα. Ποιά είναι η τυπολογία αυτών των εθνικιστικών κινημάτων και στη βάση ποιων κριτηρίων μπορεί να γίνει, ποιες θεωρίες έχουν αναπτυχθεί για την ευημερία τους, ποια η ηγεσία τους και ποια τα στοιχεία που συνθέτουν τον ιδεολογικό τους ιστό και τις διεκδικήσεις τους, είναι θέματα που θα μας απασχολήσουν σε επόμενα σημειώματα.
Είναι, ωστόσο, επίκαιρη η παρατήρηση ότι οι εθνικιστές χρησιμοποιούν το παρελθόν για να υπονομεύσουν και να ανατρέψουν το παρόν. Και το παρελθόν αυτό ελάχιστα βοηθητικό είναι για τη Σοβιετική Ένωση στην επίλυση της σημερινής κρίσης.