Φαινόμενα πολιτικής διαφθοράς

ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΟΝΤΑΙ ΣΕ ΚΟΙΝΩΝΙΕΣ ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΣΤΑΛΙΟ ΤΟΥ ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟΥ

Η δίκη που διεξάγεται για το «σκάνδαλο Κοσκωτά», οι διάφορες δημοσκοπήσεις για την «εντιμότητα» των πολιτικών μας και οι περιπτώσεις διαφθοράς δημοσίων υπαλλήλων και προσώπων που έρχονται κάθε τόσο στο φως της δημοσιότητας φέρουν ξανά στην επιφάνεια το θέμα της συμπεριφοράς πολιτικών και δημοσίων λειτουργών που παρεκκλίνει από τους νόμους για την εξυπηρέτηση ιδιωτικών συμφερόντων.

Είναι προφανές ότι με την έννοια αυτή, η διαφθορά (φαυλότητα – φαυλοκρατία όπως είθισται να αποκαλείται στην Ελλάδα) υπάρχει σε όλες τις κοινωνίες. Αλλά είναι εξίσου προφανές ότι είναι περισσότερο κοινή σ’ ορισμένες κοινωνίες απ’ όσο σε άλλες ή και περισσότερο κοινή σ’ ορισμένο στάδιο ανάπτυξης ορισμένων κοινωνιών.

Έχει παρατηρηθεί ότι φαινόμενα πολιτικής διαφθοράς παρουσιάζονται με μεγαλύτερη συχνότητα και ένταση σε κοινωνίες που βρίσκονται στο στάδιο του εκσυγχρονισμού. Στις παραδοσιακές κοινωνίες η ομοιογένεια των κοινωνικών ομάδων και η ενότητα της συμβολικής τάξης (π.χ. θρησκεία) επιβάλλουν ορισμένους κανόνες συμπεριφοράς που γίνονται γενικά αποδεκτοί από το κοινωνικό σύνολο. Οπότε οι παρεκκλίσεις εύκολα επισημαίνονται. Στις εκσυγχρονιζόμενες κοινωνίες, η ανάδυση νέων κοινωνικών ομάδων και νέας κοινωνικής συνείδησης με διαφορετικά πρότυπα και αξίες, διασπά την ενιαία τάξη πραγμάτων και δημιουργεί κινητικότητα και συγκρούσεις στο επίπεδο των αξιών ή της κουλτούρας. Ο εκσυγχρονισμός δημιουργεί αναπόφευκτα νέες πηγές οικονομικού πλούτου και πολιτικής ισχύος και η σύγκρουση αξιών θολώνει τα αποδεκτά κριτήρια συμπεριφοράς.

Σ’ ορισμένες κοινωνίες η πρόσβαση στην πολιτική εξουσία αποτελεί και τη μοναδική ίσως πρόσβαση στα μέσα πλουτισμού σε βαθμό που η κατοχή δημοσίων θέσεων και η άσκηση πολιτικής επιρροής να είναι σχεδόν συνώνυμη με την απόκτηση πλούτου.

Σ’ αυτές τις περιπτώσεις το πολιτικό σύστημα λειτουργεί σαν μια μεγάλη βιομηχανία, οι πολιτικές αξίες υποτάσσονται στις οικονομικές, ενώ άτομα και κοινωνικές ομάδες δεν έχουν άλλες επιλογές παρά την επιδίωξη πρόσβασης στο πολιτικό σύστημα και την κρατική γραφειοκρατία για να επιτύχουν την ανοδική κοινωνική τους ανέλιξη.

Το «σκάνδαλο Κοσκώτά» έφερε ξανά στην επιφάνεια το θέμα της συμπεριφοράς πολιτικών που παρεκκλίνουν από τους νόμους για την εξυπηρέτηση ιδιωτικών συμφερόντων.

Επειδή οι περισσότερες μορφές διαφθοράς συνεπάγονται πολιτικές πράξεις έναντι οικονομικών ανταλλαγμάτων, προϋπόθεση για τον χαρακτηρισμό ορισμένων πράξεων ως φαύλων αποτελεί η διάκριση μεταξύ δημόσιου ρόλου και ιδιωτικού συμφέροντος. Μόνο όταν η διάκριση αυτή εμπεδωθεί στη συνείδηση των πολιτικών ελίτ και γίνει αποδεκτή από σημαντικές κοινωνικές ομάδες μπορούν να χαρακτηρισθούν ως φαύλες και στο κοινωνικό επίπεδο -πέρα από το νομικό- συμπεριφορές που εμπίπτουν στην κατηγορία του νεποτισμού, του χρηματισμού, της πολιτικής πελατείας και πατρωνίας κ.τ.λ. Διαφορετικά, οι πρακτικές αυτές γίνονται αδιαμαρτύρητα αποδεκτές από το κοινωνικό σύνολο ως κανονικές, εφ’ όσον εστία της προσήλωσης των πολιτών παραμένει η οικογένεια, η ηλικία, η συντεχνία… Γι’ αυτό παρατηρείται το φαινόμενο εκσυγχρονιστικής ελίτ που θέτει κριτήρια συμπεριφοράς, αξιοκρατίας, εξορθολογισμού νέους κανόνες λειτουργίας και νέα συστήματα αξιών να βρίσκονται συχνά «εκτός κλίματος». Σ’ αρκετές περιπτώσεις, η στάση αυτή καταλήγει σ’ ένα φανατικό πουριτανισμό που πάντα διακρίνει τους ζηλωτές όλων των αποχρώσεων.

Η ελληνική κοινωνία μπορεί να καταταχθεί στις «ιδιόμορφες» περιπτώσεις όχι μόνο γιατί οι αναμάρτητοι είναι λίγοι, αλλά κυρίως γιατί η βαρεία παράδοση του συστήματος της πολιτικής πελατείας και η τρομακτική διόγκωση του κράτους έχουν δημιουργήσει μια πραγματική σύγχυση μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού, παρά την τυπική νομική διάκριση μεταξύ των δύο σφαιρών.

Η διαφθορά είναι σύμπτωμα της θεσμικής πολίτικής ανεπάρκειας και της έλλειψης αποτελεσματικών κομματικών μηχανισμών. Τα ελληνικά πολιτικά κόμματα, προσωποπαγή, αυταρχικά, υπερφορτωμένα με απαρχαιωμένες ιδεολογικές αποσκευές, αδυνατούν να συνάψουν σταθερές σχέσεις με τις κοινωνικές ομάδες και να αποτελέσουν εστία πολιτικής ένταξης και συμμετοχής σε δομική βάση.

Οι αδυναμίες αυτές των πολιτικών κομμάτων, η έλλειψη θεσμικής συνέχειας και ισχυρών πολιτικών θεσμών δεν παρέχουν το αναγκαίο πλαίσιο εκκοινωνισμού των πολιτικών ηγεσιών σ’ ένα κώδικα αξιών και πρακτικής που τονίζει τις δημόσιες ευθύνες, το δημόσιο ρόλο και θωρακίζει το δημόσιο έναντι του ιδιωτικού.

Οι πολύπλοκες διακλαδώσεις μεταξύ δημόσιας και ιδιωτικής οικονομικής σφαίρας σε μια κοινωνία όπου τα πάντα σχεδόν ελέγχονται και ρυθμίζονται, από το κράτος παράγει συνεχώς σκάνδαλα και διαφθορά από τη βάση μέχρι την κορυφή. Και εν όσω ο διαχωρισμός της δημόσιας σφαίρας από τη σφαίρα των ιδιωτικών οικονομικών συμφερόντων δεν συντελείται, εν όσω η έννοια του δημοσίου συμφέροντος παραμένει ασθενής τόσο στις πολιτικές ελίτ όσο και στο σύστημα αξιών της κοινωνίας, ο εκσυγχρονισμός θα καρκινοβατεί και η Δημόσια Διοίκηση θα χωλαίνει, διαβρωμένη καθώς είναι από τις πελατειακές πρακτικές και τις κομματικές μεταμφιέσεις της.

Το αίτημα της μείωσης ή εξάλειψης της πολιτικής διαφθοράς είναι απόλυτα συνυφασμένο με το αίτημα της ανανέωσης και του εκσυγχρονισμού της πολιτικής ζωής της χώρας που φυσικά αφορά πρωτίστως τα πολιτικά κόμματα, τους βασικούς αυτούς θεσμούς της σύγχρονης πολιτικής. Γιατί η πολιτική διαφθορά, τόσο στις ήπιες όσο και στις πιο άγριες μορφές της, σε ατομικό ή συλλογικό επίπεδο, αποτελεί στην ουσία υποκατάστατο των μεταρρυθμίσεων, μειώνοντας τις ατομικές και κοινωνικές πιέσεις.

Μπροστά στη σημερινή κατάσταση που κάθε άλλο παρά αισιοδοξία εμπνέει, η επικράτηση νέου συστήματος αξιών περί του δημόσιου και νέων κριτηρίων συμπεριφοράς θα προέλθει από άτομα και ομάδες στην κοινωνία, τα πολιτικά κόμματα, τις πολιτικές ελίτ, τη Δημόσια Διοίκηση και το δημόσιο χώρο γενικότερα που είναι φορείς εκσυγχρονιστικού πνεύματος. Δυστυχώς οι δυνάμεις αυτές είναι σήμερα λίγες και αδύναμες, αλλά αποτελούν και τη μόνη ελπίδα για τη χώρα αν θέλει να συντονίσει εγκαίρως τα βήματά της με την Ευρώπη.