Ο πόλεμος στο Κοσσυφοπέδιο, ένα χρόνο μετά

Συλλογή άρθρων για τη στάση της Ελλάδας και της διεθνούς κοινότητας και για το ρόλο των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης

«Η κρίση στο Κόσοβο. Η Ελλάδα, η Διεθνής Κοινότητα και τα ΜΜΕ». Επιμέλεια: Σωτήρης Ντάλης. Εκδόσεις «Παπαζήση», Αθήνα 1999.

Σαράντα δύο άρθρα περιέχει ο τόμος που εκδόθηκε λίγες μέρες πριν επιτευχθεί η Συμφωνία για το Κόσοβο και τερματιστεί ο ακήρυκτος πόλεμος των 78 ημερών. Πολιτικοί, δημοσιογράφοι, πολιτικοί επιστήμονες, ιστορικοί, διεθνολόγοι και διανοούμενοι αντιπαρατάσσουν και διασταυρώνουν τα επιχειρήματά τους για τα πολύπλοκα ζητήματα που ήγειρε η τελευταία στον 20ό αιώνα φονική σύρραξη στην Ευρώπη. Ορισμένα διπλωματικά κείμενα στο Παράρτημα και το σχετικό χρονολόγιο από το 1968 και εντεύθεν λειτουργούν υποβοηθητικά.

Μολονότι κατ’ εξοχήν συγκυριακά τα άρθρα του τόμου δεν στερούνται αναλυτικού βάθους και ευρύτερης προβληματικής σε διάφορους βαθμούς. Και απ’ αυτή την άποψη είναι όλα ενδιαφέροντα και ενδεικτικά ιδεολογικών και πολιτικών στάσεων και τοποθετήσεων καθώς και αντιλήψεων περί των διεθνών σχέσεων και του διεθνούς περιβάλλοντος. Περιέχουν δε, τουλάχιστον, ορισμένα εξ αυτών, αναποφεύκτως τόσο το στοιχείο της εθνοκεντρικής σκοπιάς όσο και το στοιχείο της «εν βρασμώ» αντίδρασης, πράγμα εν μέρει φυσιολογικό.

«Ποιος έχει δίκιο»

Είναι όμως βέβαιο και λογικό ότι δεν μπορούν να έχουν δίκιο όλοι οι αρθρογράφοι όπως διατείνεται το προλογικό σημείωμα, εκτός αν κανείς υιοθετήσει εξαρχής ένα απόλυτο κριτήριο ηθικού σχετικισμού. Μένει, επομένως, να δούμε ποιος έχει (είχε) περισσότερο ή λιγότερο δίκιο, όπως και πάλι υποστηρίζεται; Δεν είναι τότε αναπόφευκτος ο σχετικισμός, η ελαστικότητα των κριτηρίων (ποιων άραγε;), εφόσον το «δίκιο» είναι σύνθετη έννοια και δεν εξαντλείται μόνο στο «δίκαιο», τους κανόνες του δικαίου, του διεθνούς δικαίου στην προκειμένη περίπτωση, αλλά περιλαμβάνει και ηθικές, ιστορικές και πολιτικές σταθμίσεις; Να είναι άραγε «ανήθικη» ή «άδικη» κάθε αναφορά στα συμφέροντα, με βάση τα οποία κυρίως καθορίζουν τη στάση τα κράτη στη διεθνή σκηνή; Είναι τελείως άστοχο ή ανεπίτρεπτο να κάνουμε λόγο για «δίκαια» ή «νόμιμα» συμφέροντα;

Έχοντας τώρα το πλεονέκτημα της ύστερης γνώσης, μπορούμε ίσως να σταθμίσουμε περισσότερο «εν ψυχρώ» τα πράγματα, προσδιορίζοντας σαφέστερα κριτήρια, τα οποία πρέπει να είναι πολλαπλά, ώστε το τελικό ισοζύγιο να περιλαμβάνει όλες τις ουσιώδεις πτυχές του προβλήματος. Επί παραδείγματι, στο επιχειρησιακό επίπεδο πολλοί στρατιωτικοί και άλλοι ειδήμονες αμφισβήτησαν έντονα ότι το ΝΑΤΟ μπορούσε να κερδίσει τον πόλεμο βασιζόμενο αποκλειστικά στην ισχύ του αεροπορικού όπλου. Ο πόλεμος, όμως, έληξε χωρίς την προσφυγή σε χερσαίες δυνάμεις. Ωστόσο, οι επικριτές δεν είχαν εντελώς άδικο εφ’ όσον χρειάστηκε να βομβαρδιστεί ανελέητα η οικονομική και πολιτική υποδομή της Σερβίας, ενώ οι στρατιωτικές δυνάμεις της στο Κόσοβο ελάχιστες έμψυχες και άψυχες απώλειες υπέστησαν, ή τουλάχιστον απείχαν αυτές παρασάγγας από τους ισχυρισμούς της Συμμαχίας ex και ροst factum.

Επίδραση του CNN

Να καθόρισαν την έκβαση του πολέμου «κυρίως τα ΜΜΕ», με την πλάστιγγα μάλιστα να γέρνει υπέρ του Μιλόσεβιτς, όπως βεβιασμένα μάλλον έσπευσε να συναγάγει το προλογικό σημείωμα, ερμηνεύοντας λανθασμένα την ενίοτε κριτική στάση των δυτικών ΜΜΕ; Δεν υπάρχει αμφιβολία περί της λεγόμενης «επίδρασης του CNN», όπως επιγραμματικά συμπυκνώνεται η σημερινή εκπληκτική δύναμη της τηλεοπτικής εικόνας, ούτε αμφισβητείται ότι οι επιλεκτικές εικόνες από το δράμα των προσφύγων στη μικρή οθόνη έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη στάση της δυτικής κοινής γνώμης. Όμως, κι αυτό το «όπλο» ούτε απόλυτο ήταν ούτε τόσο αποτελεσματικό όσο θέλουν να πιστεύουν μερικοί.

Η παράθεση των ανωτέρω παραδειγμάτων είναι απλώς ενδεικτική και δεν γίνεται για λόγους αντιπαλότητας προς τους εκφραστές των διαφόρων απόψεων. Κάτι τέτοιο ούτε μπορεί να γίνει στο πλαίσιο μιας βιβλιοκρισίας ούτε κανένα νόημα θα είχε. Επιδιώκεται απλώς να καταδειχθεί η αδήριτη ανάγκη προσδιορισμού των κριτιρίων, βάσει των οποίων θα γίνουν οι διάφορες σταθμίσεις ως προς ορισμένες τουλάχιστον πλευρές του ζητήματος. Διότι, επί παραδείγματι, οι ηθικές και νομικές πτυχές (η εθνική κυριαρχία έναντι της «ανθρωπιστικής επέμβασης») θα εξακολουθήσουν επί μακρόν να αποτελούν αντικείμενο συζήτησης και διαμάχης πριν ίσως αποκρυσταλλωθούν σε κάποια διεθνή κείμενα ως κανόνες δικαίου. Από την άλλη μεριά είναι βέβαιο ότι άκαμπτες και δογματικές θέσεις θα αρνηθούν κάθε μετακίνηση, παρά τα στοιχεία και τις αποδείξεις που θα προσκομισθούν περί του αντιθέτου.

Δέσμη κριτιρίων

Αυτή η εκ των υστέρων «άσκηση» με βάση δέσμη κριτηρίων καθίσταται ακόμη πιο αναγκαία αν λάβουμε υπόψη μας το πόσες ιδεολογικά και πολιτικά ετερόκλητες απόψεις εξ όλου του πολιτικού φάσματος συστεγάστηκαν σε «ανίερες» και «περίεργες» συμμαχίες στα στρατόπεδα του υπέρ και του κατά της νατοϊκής επέμβασης.

Ο φανατισμός μάλιστα ήταν τέτοιος ώστε να καταστήσει ηθικά και πολιτικά σχεδόν ανίσχυρες καθ’ όλα και εξίσου νομιμοποιημένες στάσεις καταδίκης αμφοτέρων των πλευρών της σύγκρουσης. Και το θέμα δεν περιορίζεται μόνο στον εγχώριο εθνολαϊκιστικό συνασπισμό «ακροδεξιών και κομμουνιστών, χριστιανών και δεδηλωμένων άθεων, παπάδων και καθοδηγητών, αναλφάβητων και καλλιτεχνών» κατά μία επιτυχή νομίζω, περιγραφή, αλλά αφορά ολόκληρη την ευρωπαϊκή διανόηση.

Για πολλούς λόγους, λοιπόν, στην πρώτη «επέτειο» της νατοϊκής επέμβασης, η «Κρίση στο Κόσοβο» είναι επίκαιρη όσο ποτέ. Το θέμα άλλωστε δεν έχει κλείσει.

Για πολλούς λόγους, στην πρώτη επέτειο της νατοϊκής επέμβασης, η «Κρίση στο Κόσοβο» είναι επίκαιρη όσο ποτέ.