Τα «Είδωλα Πολιτισμού, Ελευθερία, Ισότητα και Αδελφότητα…» του καθηγητή Κωνσταντίνου Τσουκαλά
Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Είδωλα πολιτισμού. Ελευθερία, Ισότητα και Αδελφότητα στη σύγχρονη πολιτεία». Εκδόσεις «Θεμέλιο», Αθήνα 1991, σελ. 600.
Με κάποια καθυστέρηση αποπειρώμαι να εκφράσω ορισμένες σκέψεις για το opus vitae του Κωνσταντίνου Τσουκαλά. «Έργο ζωής» το βιβλίο «Είδωλα πολιτισμού» όχι τόσο για τον όγκο του όσο για τη «συνολικότητά» του, τη σφαιρική αντιμετώπιση της ιστορικής πορείας και τύχης των συνθημάτων της Γαλλικής Επανάστασης. (Ελευθερία, Ισότητα και Αδελφότητα). Και η δική μου καθυστέρηση δεν οφείλεται τόσο στον απαιτούμενο χρόνο για την «ανάγνωση» του έργου, όσο στην αμηχανία ή μάλλον την αδυναμία οιασδήποτε στοιχειωδώς αντιπροσωπευτικής αναφοράς στο «θέμα», στο πλαίσιο μιας συνοπτικής βιβλιοκρισίας. Κατά συνέπεια, μια τέτοια απόπειρα σ’ ένα βιβλιοκριτικό σημείωμα και άδικη θα ήταν εκ προοιμίου, και απαράδεκτα ελλειπτική και ελλειμματική. Εκτός δε του πλαισίου της σοβαρότητας και κοινωνιολογικής αυστηρότητας και επιχείρηματολογίας που διακρίνει τον υφολογικά ιδιότυπο επιστημονικό λόγο του συγγραφέα. Για όσους θέλουν πράγματι να γνωρίσουν τη σκέψη του Τσουκαλά και να διαπιστώσουν το βαθμό επιτυχίας στη διαπραγμάτευση των υποθέσεων εργασίας του -την ιστορική ιδιαιτερότητα των σημερινών κοινωνικών κρατών με τα εγγενή αντιφατικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα της σύγχρονης πολιτειακής δόμησής τους- και τη βασική του προβληματική που στρέφεται γύρω από το αιώνιο ζήτημα της σχέσης κράτους και κοινωνίας, άλλο υποκατάστατο από την επανειλημμένη προσεκτική «ανάγνωση» και μελέτη του βιβλίου δεν υπάρχει. Αν πράγματι, μια τέτοια τοποθέτηση «επί της ουσίας» είναι μάλλον αδύνατη, αντίθετα, η τοποθέτηση ως προς τα συμπεράσματα, στα οποία ο ίδιος ο συγγραφέας καταλήγει είναι επιβεβλημένη και επίκαιρη. Διότι το έργο φιλοδοξεί να κεντρίσει τη σκέψη για την εξεύρεση εναλλακτικών λύσεων απέναντι σ’ αυτό που υπάρχει, απέναντι στη σημερινή πραγματικότητα την οποία ο Τσουκαλάς θεωρεί άθλια και επιζητεί την υπέρβασή της. Γι’ αυτό εκκινεί από την περιγραφή, την ανάλυση, το «ξετίναγμα» (κυριολεκτικά) της πραγματικότητας αυτής. Άλλωστε, όπως γράφει ο ίδιος, «αν δεν πιστεύουμε πως μπορούμε να αλλάξουμε τον κόσμο, δεν υπάρχει ίσως, λόγος να τον κατανοήσουμε». Ωστόσο, η «κατανόηση του κόσμου» και η «πίστη» στη δυνατότητα αλλαγής του είναι δύο διαφορετικές διαδικασίες που δεν εμπλέκονται παρά μόνο στο επίπεδο της ιδεολογίας. Εξ ου και βασική αντίφαση που νομίζω ότι υπάρχει μεταξύ του θεωρητικού έργου του Τσουκαλά και των πολιτικών του επιθυμιών. Η αντίφαση μεταξύ της θεωρητικής του απαισιοδοξίας και της ανατρεπτικής του περιβάλλοντος επιθυμίας.
Γι’ αυτό και ο Τσουκαλάς εναποθέτει τις ελπίδες του στην ηθική και αισθητική αντίσταση και εξέγερση, στο ξετύλιγμα της «κοινωνικής φαντασίας» εκτός των συντεταγμένων της υπάρχουσας πραγματικότητας.
Αυτή η εμφανής απέχθεια που χαρακτηρίζει τη στάση του Τσουκαλά απέναντι στις πιο ολοκληρωμένες και ενσωματωμένες δυτικές καπιταλιστικές κοινωνίες, απέναντι στον αδυσώπητο παραγωγισμό, τον ψυχαναγκαστικό καταναλωτισμό, την εσωτερίκευση της λογικής του και τα αόρατα δεσμό των ιδεολογικών προεκτάσεων του συστήματος, εκτρέφει έναν υφέρποντα σκεπτικισμό και μία αμφιρρέπεια απέναντι στις εκσυγχρονιστικές προσπάθειες ή τις υπό εκκόλαψιν σοσιαλδημοκρατικές εκσυγχρονιστικές λύσεις. Όχι γιατί δεν δέχεται την αναγκαιότητα του εκσυγχρονισμού, αλλά γιατί φοβάται τις κοινωνικές του συνέπειες.
Είναι πεπεισμένος ότι η οικονομική ορθολογικότητα και αποδοτικότητα του αστικού πολιτισμικού μοντέλου συνοδεύεται από την κοινωνική αθλιότητα που αναπόφευκτα προκαλεί. Γι’ αυτό πιστεύει ότι ο εκσυγχρονισμός μεταφερόμενος και εφαρμοζόμενος στο ελληνικό έδαφος, θα καταστρέψει τη «free rider», ορθολογικότητα που επικρατεί και τις κοινωνικές και άλλες διεξόδους που συνεπάγεται (παραοικονομία, φοροδιαφυγή κ.λπ.) και που περιορίζουν σε σημαντικό βαθμό φαινόμενα απόλυτης εξαθλίωσης και γενικευμένης αθλιότητας.
Δεν ισοδυναμούν βέβαια όλα αυτά με κάποια ριζική ανατροπή των θεσμίσεων, εκλογικεύσεων και αξιακών συστημάτων, που υπάρχουν.
Επιμύθιο
Η άντληση ενός και μοναδικού μέτρου κρίσεως από το όραμα μιας μελλοντικής τέλειας κοινωνίας απαλλαγμένης από συγκρούσεις και ικανής να συμφιλιώνει όλα τα υψηλά ιδανικά των ανθρώπων έχει σχέση περισσότερο με τη βαθιά και ίσως αθεράπευτη μεταφυσική ανάγκη και επιθυμία για εγγυήσεις περί της αιώνιας εγκυρότητας και αξίας της επιλογής αξιών και ιδανικών. Η πίστη ότι υπάρχει κάποια «τελική λύση» στα δεινά της κοινωνίας είναι τόσο παλαιά όσο και οι ανθρώπινες κοινωνίες, εδράζεται δε στην πεποίθηση ότι όλες οι θετικές αξίες, στις οποίες οι άνθρωποι πιστεύουν -όπως η ελευθερία, η ισότητα, η δικαιοσύνη, η αδελφότητα- όχι μόνο είναι συμβατές μεταξύ τους αλλά και συνεπάγονται η μία την άλλη. Πρόκειται για μια πλάνη, όπως έχει επισημάνει ο Isaiah Berlin,διότι και τα ιδανικά απτά δεν είναι συμβατά κατά απόλυτο τρόπο μεταξύ τους, και οι συγκρούσεις αξιών ίσως να αποτελούν αναπόσπαστο και αμετάθετο στοιχείο της ζωής των ανθρώπινων κοινωνιών.
Επιμέλεια: ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΜΠΟΥΚΑΛΑΣ