Ένας ογκώδης τόμος με δοκίμια Ελλήνων μελετητών για την ευαίσθητη χερσόνησο
«Βαλκάνια: Από το διπολισμό στη νέα εποχή». Επιμέλεια: Θ. Βερέμης. Εκδόσεις «Γνώση» και ΕΛΙΑΜΕΠ. Αθήνα 1995. σελ. 880.
Δοκιμασμένοι μελετητές (Α. Αλεξανδρής, Θ. Βερέμης, Π. Καζάκος, Κ. Κεντρωτής, Ε. Λαγάνη. Π.Δ. Μυτιληναίος. Δ. Λυβάνιος, Α. Μητσοτάκης, Γ. Μούρτσος. Α. Παρέσογλου. Χρ. Ροζάκης και Γ. Χαρβαλιάς) συμβάλλουν στον ογκώδη αστό και πανοραμικό τόμο για τα Βαλκάνια που ισχυριζόμαστε ότι τα ξέρουμε καλύτερα απ’ τους Ευρωπαίους εταίρους μας. οι οποίοι αδυνατούν να κατανοήσουν τη σημερινή μας πολιτική.
Το ότι τα Βαλκάνια υπήρξαν πεδίο πολεμικών και διπλωματικών συγκρούσεων, η γνωστή πυριτιδαποθήκη, στις οποίες άμεσα έχει εμπλακεί η Ελλάδα στο παρελθόν συνήθως μας διαφεύγει. Κι αυτό οφείλεται μάλλον στο γεγονός ότι η ψυχροπολεμική περίοδος με τα παραπετάσματα και τις διαχωριστικές της γραμμές δημιούργησε κάποιο έντονο αίσθημα αποξένωσης από έναν ιστορικό χώρο απ’ τον οποίο αναδύθηκε το σύγχρονο ελληνικό κρότος.
Θα πρέπει, λοιπόν, να ξαναπιάσουμε το νήμα απ’ την αρχή, να καλύψουμε την απόσταση γνώσης που υπάρχει για να κατανοήσουμε τη σημερινή κατάσταση, τις εξωτερικές και εσωτερικές διεργασίες στο χώρο, τις τάσεις που διαμορφώνονται ώστε να μπορέσουμε να έχουμε κάποιον οδηγό στη δική μας στάση και δράση. Εξωτερικές_ πιέσεις και εσωτερικές διεργασίες στα Βαλκάνια είναι αναπόσπαστα δεμένες και μας εμπλέκουν, καθώς και οργανικό μέλος των εξωτερικών παραγόντων αποτελούμε (Ευρωπαϊκή Ένωση, ΝΑΤΟ κ.λπ.), και οι εσωτερικές διεργασίες επηρεάζουν τη δική μας θέση και τα δικά μας συμφέροντα.
Οι συνιστώσες αυτές του προβλήματος έχουν μεγάλη σημασία γιατί ακόμα και σήμερα ούτε οι μεγάλες δυνάμεις έχουν ξεκάθαρες επιλογές, ούτε οι εσωτερικές διεργασίες έχουν κατασταλάξει σε σαφείς συμπεριφορές και τάσεις.
Τα διλήμματα που αντιμετωπίζει η ελληνική εξωτερική πολιτική τόσο ως προς τις επιλογές μεταξύ Ευρώπης και ΗΠΑ όσο και σε σχέση με τις εσωτερικές πολιτικές διεργασίες σε χώρες γειτονικές όπως η Βουλγαρία, η Αλβανία και η «πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας» είναι πραγματικά. Φαίνεται όμως να εξαντλούμεθα σε τακτικές κινήσεις που έχουν πρόσκαιρο χαρακτήρα και συχνά μπορούν να οδηγήσουν σε αδιέξοδα παρά στην οικοδόμηση ενιαίας σταθεροποιητικής πολιτικής που χρειάζεται βέβαια μηχανισμούς διαμόρφωσης, σχεδίασμά, γερά νεύρα στην εφαρμογή της και χρόνο για να αποδώσει τους προσδοκώμενους καρπούς Ο τόμος αυτός μπορεί πράγματι, να βοηθήσει προς μια τέτοια κατεύθυνση με την έννοια ότι διαπραγματεύεται πολύπλευρα κρίσιμες πτυχές των κοινωνικών, οικονομικών και πολιτικών διεργασιών στις χώρες των Βαλκανίων δίνοντας την αναγκαία έμφαση στην ανάλυση και χαρτογράφηση των μειονοτήτων. Η κατανόηση της δυναμικής των εξελίξεων αυτών αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την άσκηση ορθής πολιτικής.
Τα ερωτήματα που τίθενται σχετικά με τη μέχρι τώρα στάση της Ελλάδας απέναντι στη βαλκανική κρίση είναι και αυτά σοβαρά, αλλά μπορούν να βρουν κάποια απάντηση στην προσεκτική μελέτη των αναλύσεων.
Η διαφοροποίησή μας απ’ την κοινοτική πολιτική να οφείλεται άραγε σε ισχυρότατους ιστορικούς λόγους και γεωπολιτικές ιδιομορφίες, οπότε ο δομικός της χαρακτήρας είναι δύσκολο ν’ αλλάξει ή σε λανθασμένη σύλληψη του εθνικού συμφέροντος που ενεπλάκη απερίσκεπτα στη δίνη της κομματικής διαμάχης σε μια συγκυρία έντονων εσωτερικών πολιτικών αντιπαραθέσεων;
Υπάρχουν άραγε εναλλακτικές λύσεις που θα μας έβγαζαν πλέον απ’ τα σημερινά αδιέξοδα με τις μικρότερες δυνατές απώλειες και θα άνοιγαν το δρόμο για μια άλλη πολιτική περισσότερο επωφελή και για την ασφάλεια μας και για την επιρροή μας στο χώρο; Έτοιμες απαντήσεις δεν υπάρχουν. Το βέβαιο είναι ότι η πολιτική που έχουμε ακολουθήσει στη βαλκανική κρίση δεν έχει αποδώσει τα αναμενόμενα. Εξακολουθεί σ’ έναν αρκετά σημαντικό βαθμό να είναι δέσμια των εσωτερικών μας κομματικών διενέξεων και αιχμάλωτη μιας «κοινής γνώμης» που οι ίδιοι οι πολιτικοί φορείς φρόντισαν να διαμορφώσουν καλλιεργώντας και μαστιγώνοντας συναισθήματα μάλλον παρά βοηθώντας στη συγκρότηση μιας ρεαλιστικής αντίληψης του εθνικού συμφέροντος και των δυνατοτήτων της χώρας.
Ο τόμος «ΒΑΛΚΑΝΙΑ» δεν παρέχει συνταγές πολιτικής. Επισημαίνει και αναλύει προβλήματα, υποδεικνύει παραμέτρους. Είναι χαρακτηριστικό ηγετικών πολιτικών δυνάμεων να αναλαμβάνουν το θάρρος και το κόστος αλλαγών και στροφών στην εξωτερική πολιτική. Όταν οι ίδιες είναι πεπεισμένες ότι εξυπηρετούν καλύτερα το εθνικό συμφέρον, τότε δεν είναι δύσκολο να πείσουν και την κοινή γνώμη, παρά τις δυσκολίες των αγκυλώσεων και προκαταλήψεων που υπάρχουν.
Το κρίσιμο ερώτημα είναι: διαθέτει ο τόπος τέτοιες ηγετικές πολιτικές δυνάμεις ή βρίσκεται ακόμη σε στάδιο όπου θέματα τακτικής αναγορεύονται σε ύψιστης σημασίας εθνικά ζητήματα υπό τη σκιά του φόβου ότι η συναίνεση σε στρατηγικές επιλογές εξωτερικής πολιτικής θολώνει τις κομματικές ταυτότητες και κατά συνέπεια αποτελεί τροχοπέδη στην έντονη πολιτική αντιπαράθεση την οποία πολλοί εξακολουθούν να πιστεύουν ότι αποτελεί αναγκαίο όρο για τη διατήρηση ή την επάνοδο των κομμάτων στην εξουσία.