Ο παντουρκισμός στο εδώλιο

ΕΝΑ ΜΕΛΕΤΗΜΑ ΤΟΥ ΣΠΥΡΟΥ ΒΡΥΩΝΗ ΚΑΤΑΡΡΙΠΤΕΙ ΤΟΥΣ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΥΣ ΤΟΥ ΟΖΑΛ

Το 1988 δημοσιεύτηκε στη Γαλλία από τις εκδόσεις ΡΙοn βιβλίο του Προέδρου της Τουρκίας, Τουρκούτ Οζάλ με τίτλο «La Turquie en Europe» ενώ δύο χρόνια αργότερα εκδόθηκε και στα αγγλικά, (Κ. Rustein and Brother), με τίτλο «Europe in Turkey». Ο υπότιτλος δεν ήταν καθόλου τυχαίος, διότι το βιβλίο αυτό αποσκοπούσε να παρουσιάσει με ιστορικά, πολιτιστικά και πολιτικά επιχειρήματα τα «ευρωπαϊκά διαπιστευτήρια» της Τουρκίας. Ένα χρόνο πριν από τη γαλλική έκδοση, το 1987, η Τουρκία είχε υποβάλει επισήμως αίτηση ένταξης στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Προφανής, λοιπόν, ο στόχος.

Οι θέσεις που περιέχονται στο βιβλίο του Τουρκούτ Οζάλ (η πολυπραγμοσύνη του οποίου, πάντως, μαρτυρεί τη συμβολή πολλών πηγών) ανασκευάζονται με εκπληκτικό και σχολαστικό τρόπο από το Σπάρο Βρυώνη, στο βιβλίο του «The Turkish State and History» (Institute for Balkan Studies, σελ. 131), με κάποια δικαιολογημένη και φιλολογικά συγκαλυμμένη ειρηνική και σκωπτική διάθεση – δικαιολογημένη από τις εξωφρενικές ανακρίβειες και ισχυρισμούς του βιβλίου που διεκδικεί για την Τουρκία το εύσημα της «καταγωγής» του ευρωπαϊκού πολιτισμού, των «απαρχών», του «λίκνου». Ισχυρισμοί που επιστρατεύουν σειρά γεωγραφικών, αρχαιολογικών και λοιπών επιχειρημάτων ιδιοποιούμενοι μια ιστορία χιλιάδων ετών για τους σημερινούς Τούρκους. Εάν, κατά συνέπειαν, αποδειχθεί ότι οι σημερινοί Τούρκοι είναι «Ευρωπαίοι» και ο πολιτισμός τους όχι μόνο αναπόσπαστο μέρος του ευρωπαϊκού πολιτισμού αλλά και η πηγή έμπνευσης και προέλευσης, τότε η υποδοχή άλλων επιχειρημάτων για την ένταξη καθίσταται πράγματι ευκολότερη.

Αναδρομικός παντουρκισμος

Δε θα είχε νόημα να ανατρέξει κανείς στα συγκεκριμένα σημεία της ανασκευαστικής προσπάθειας του Σπύρου Βρυώνη που καλύπτει επίμαχα μέρη των είκοσι κεφαλαίων του βιβλίου του Τουρκούτ Οζάλ. Τα επιχειρήματα στοιχειοθετούνται με εξονυχιστική επιστημονική προσοχή και δε μπορούν εδώ να υποκατασταθούν από απλουστευμένες παρουσιάσεις που ενδέχεται να υπονομεύσουν τη λογική τους συνοχή. Διότι, γενικότερα, το βιβλίο του Βρυώνη αποτελεί πολυτιμότατο εργαλείο αντιμετώπισης της επίσημης κρατικής ιστορίας της Τουρκίας, την οποία εκφράζει οι Οζάλ.

«Ο Θεός μπορεί να αλλάξει το μέλλον, αλλά μόνο ο Τσάρος μπορεί να αλλάξει το παρελθόν» είναι ο αφορισμός του Marguis de Custine που ταιριάζει απόλυτα σε όλους τους ηγέτες κρατών και τα καθεστώτα που προσπάθησαν να «ξαναγράψουν» την Ιστορία με διαφορετικές «επίσημες εκδοχές» κάθε φορά, ανάλογα με τις σκοπιμότητες της συγκυρίας.

Από την αρχαιότητα, «επτά πόλεις μάρνανται σοφήν δια ρίζαν Ομήρου. Σμύρνη, Χίος, Κολοφών, Ιθάκη, Πύλος, Αργος, Αθήνα». Ο Οζάλ το «έλυσε» μια και καλή το πρόβλημα: βάφτισε «Ομέρ» το δόλιο τον Ομηρο και τον έβγαλε Τούρκο…

Οι ηγέτες αυτοί είναι οξύτατη αίσθηση και βαθύτατη επίγνωση των ιδιεολογικών και πολιτικών χρήσεων της ιστορίας. Ο ίδιος ο Ατατοάρκ διάβαζε και διόρθωνε τα πρακτικά της Τουρκικής Επιτροπής Ιστορικής Ερευνας που είχε ο ίδιος συστήσει το 1931. Από τότε άρχισε η επεξεργασία επίσημου κρατικού ιστορικού δόγματος με στόχο τη συγκρότηση θεωριών για τη φυλετική, πολιτιστική και γλωσσική καταγωγή των σύγχρονων Τούρκων.

Προβλέψιμη είναι και η κατάληξη τέτοιων ψευδεπιστημονικών και ρατσιστικών θεωριών που θέλουν να εγκαταστήσουν κάποια αναπόφευκτη και αναγκαστική σχέση μεταξύ των σημερινών και των αρχαίων κατοίκων της Μικράς Ασίας. Σύμφωνα με την άποψη αυτή, δεν υπάρχουν ανεξάρτητοι και αυθεντικοί πολιτισμοί στη περιοχή. Τα πάντα έχουν προέλευση τους Τούρκους!… Ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός δεν αποτελεί παρά τμήμα της «μεγάλης τουρκικής οικογένειας» από την οποία προέρχονται τα πάντα! Αυτή είναι η θέση του Τ. Οζάλ, της επίσημης κρατικής ιστορίας.

Στο τρίτο μέρος του βιβλίου του ο Σπύρος Βρυώνης εξετάζει τη συστηματική προβολή αυτών των κρατικών ιστορικών δογμάτων στην Αμερική, τη συγκρότηση, πολυσχιδή λειτουργία και δραστηριότητα, την πλούσια χρηματοδότηση του «τουρκικού λόμπυ» τη πολυδάπανη αλλά αποδοτική εκστρατεία δημοσίων σχέσεων της Τουρκίας. Ο συγγραφέας καταγράφει τις επιτυχίες της τουρκικής πλευράς στον

τομέα αυτό και τη διείσδυση στην αμερικανική ακαδημαϊκή σφαίρα, από τις αρχές τη δεκαετίας του ’80, υπό την εποπτεία της πολυάριθμης τουρκικής πρεσβείας και του δραστήριου τότε πρεσβευτή Σουκρού Ελεκντάγκ.

Το μέρος αυτό του βιβλίου θα έπρεπε να διαβαστεί προσεκτικά απ’ όλους όσο δυσπιστούν απέναντι στην ανάγκη αντίστοιχης συστηματικής και προγραμματισμένης επέμβασης από την ελληνική πλευρά στον τομέα των διεθνών δημοσίων σχέσεων, του «πολιτικού λόμπι» και της ενημέρωσης της ξένης κοινής γνώμης. Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ οι ελληνικές κλασικές σπουδές φθίνουν σε όλα τα Πανεπιστήμια της αλλοδαπής, «τουρκικά θέματα» (γλώσσα, ιστορία, πολιτική) περιλαμβάνονται πλέον στο πρόγραμμα διδασκαλίας πάρα πολλών πανεπιστημίων, ιδιαίτερα της Αμερικής, όπου πριν από τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο μόνο στο Πρίνστον μπορούσε να διδαχθεί κανείς την τουρκική γλώσσα.

Θα ήταν άσκοπο να υποδείξει κανείς τα αυτονόητα. Όσα γίνονται τον τομέα που αναφέραμε από την πλευρά του ελληνικού κράτους δεν είναι αρκετά. Έχει ήδη χαθεί πολύτιμο έδαφος που δύσκολα ανακτάται. Όλα εξακολουθούν να δείχνουν ακόμα και σήμερα ότι η αφύπνισή μας γίνεται με αργό ρυθμό. Και τα κράτη συνήθως πληρώνουν βαρύτατο τίμημα για την ολιγωρία τους.