ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΩΝ ΣΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΣΥΓΧΡΟΝΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ TOY KING’S COLLEGE
Υπάρχουν ακόμα χώρες που ενδιαφέρονται για την Ελλάδα; Φαίνεται πως ναι αν κρίνουμε απ’ την πρωτοβουλία του καθηγητή Richard Clogg του King’s College (Κέντρο Σύγχρονων Ελληνικών Σπουδών) να καλέσει δεκατέσσερις πανεπιστημιακούς1 στο ήσυχο ανοιξιάτικο κι ασυνήθιστα ηλιόλουστο, για Απρίλιο, Λονδίνο, για να συζητήσουν νηφάλια, μακριά απ’ το αγριεμένο πλήθος, την περίοδο διακυβέρνησης της χώρας από το ΠΑΣΟΚ.
Η συνάντηση, προγραμματισμένη από πέρυσι, είχε τη μορφή πολιτικού εργαστηρίου με περιορισμένη συμμετοχή ακροατών, πράγμα που διευκόλυνε περισσότερο την ουσιαστική συζήτηση και την αντιπαράθεση απόψεων παρά τη δημιουργία εντυπώσεων στο κοινό.
Πριν 10 χρόνια στον ίδιο χώρο μία παρόμοια συνάντηση είχε κάνει τον απολογισμό της δεκαετίας του 70, μεστής συνταρακτικών πολιτικών γεγονότων στην Ελλάδα.
Η δεκαετία του ’80 ανήκει στο ΠΑΣΟΚ. Κι ήταν φυσικό να συζητηθούν οι επιπτώσεις και τα αποτελέσματα της πολιτικής του στους καίριους χώρους της εξωτερικής πολιτικής, της άμυνας και ασφάλειας, της οικονομίας, της παιδείας και των μέσων μαζικής ενημέρωσης, καθώς και οι επιδράσεις στη λειτουργία των συνταγματικών θεσμών (Προεδρία, Βουλή, Δικαιοσύνη).
Εξετάστηκε επίσης η φύση του ΠΑΣΟΚ ως κινήματος και κόμματος, οι εξελίξεις στην κομμουνιστική και μη Αριστερά, καθώς και η συμπεριφορά της Νέας Δημοκρατίας στο ρόλο της αντιπολίτευσης.
Ορισμένες πτυχές της πολιτικής του ΠΑΣΟΚ και οι επιπτώσεις τους είναι καθόλα ορατές και
επισημαίνονται αρκετά εύκολα. Επί παραδείγματι, η μεταστροφή του ΠΑΣΟΚ στο θέμα της Ευρωπαϊκής Κοινότητας είναι ήλιου φαεινότερο ότι απέδωσε αρκετά οφέλη και στη χώρα και στο ΠΑΣΟΚ, παρά ορισμένα «διαφυγόντα κέρδη». (Π.χ. οι εισροές κοινοτικών πόρων είχαν θετικές επιπτώσεις στο ισοζύγιο πληρωμών και το αγροτικό εισόδημα και συγχρόνως σταθεροποίησαν και διεύρυναν την εκλογική βάση του ΠΑΣΟΚ στην ύπαιθρο). Η κοινή γνώμη μεταστρέφεται κι αυτή αποφασιστικά υπέρ της Κοινότητας την εποχή της δεύτερης ελληνικής προεδρίας (β’ εξάμηνο του 1988).
Συνέχειες και ασυνέχειες σε τομείς της εξωτερικής πολιτικής είναι φυσικά δυνατόν να επισημανθούν. Και είναι ευδιάκριτη, πέρα από τη διαφορά τόνου, ότι σήμερα έχει διαμορφωθεί ένας ευρύτερος χώρος συναίνεσης, γνώρισμα κι αυτό της δεκαετίας που πέρασε. Βέβαια το στυλ άσκησης της εξωτερικής πολιτικής διέφερε και επέφερε ζημίες, ενώ συχνά η ρητορεία επικάλυπτε την πραγματικότητα (π.χ. βάσεις) ή συγκάλυπτε την αποτυχία (π.χ. απυρηνική ζώνη στα Βαλκάνια).
Αμφισβητείται βέβαια αν το ΠΑΣΟΚ άφησε τη χώρα ισχυρότερη ή ασθενέστερη, έναντι της κύριας απειλής που αντιμετώπιζε και αντιμετωπίζει και προς την οποία στράφηκαν όλες οι προσπάθειες μετά το 1974. Τα επιχειρήματα ότι η χώρα βρίσκεται σήμερα με ασθενέστερη οικονομία και σε δυσμενέστερη θέση από άποψη στρατιωτικής ισχύος και ισορροπίας στο Αιγαίο, μπορούν να στηριχθούν σε ισχυρούς ποσοτικούς δείκτες, αψευδείς μάρτυρες της επιδείνωσης.
Περισσότερο αμφιλεγόμενα είναι τα θέματα της εσωτερικής πολιτικής που εμπλέκονται συνήθως με μεγαλύτερη οξύτητα στην κομματική και πολιτική διαμάχη. Εδώ το πεδίο της αποτίμησης των πεπραγμένων του ΠΑΣΟΚ παρουσιάζει αυξημένη ολισθηρότητα. Διότι εν πολλοίς εξαρτάται από ορισμένα αξιώματα έναντι των οποίων αξιολογείται η επιτυχία ή αποτυχία των κυβερνητικών επιδόσεων και από την εφαρμογή των ανάλογων κριτηρίων.
Αν, επί παραδείγματι, αντιπαραταχθούν οι εξαγγελίες, οι διακηρύξεις, τα αρχικά προγράμματα προς τα τελικά πεπραγμένα, το χάσμα είναι τεράστιο.
Ούτε υπήρξαν βέβαια σημαντικές δομικές αλλαγές οι οποίες θα δικαιολογούσαν κάποια εκτίμηση για ριζική τομή ή ανατροπή σε σχέση με το παρελθόν. Ούτε το γεγονός της αποδοκιμασίας κυβερνήσεων από το εκλογικό σώμα συνισχά πάντοτε απόλυτο κριτήριο επιτυχίας ή αποτυχίας στη διακυβέρνηση. Αρκετές φορές κυβερνήσεις αποδοκιμάζονται εκλογικά όχι γιατί απέτυχαν αλλά από κούραση, επιθυμία μεγαλύτερης σταθερότητας ή περισσότερης αλλαγής ή αλλαγής πλεύσης και για πολλούς και διάφορους άλλους λόγους. Στην περίπτωση του ΠΑΣΟΚ, είναι φανερό ότι σημαντικά τμήματα των μεσαίων και κατώτερων μεσαίων τάξεων στις πόλεις το εγκατέλειψαν εκλογικά εκφράζοντας μια εμφανώς έντονη δυσαρέσκεια για πολλές πολιτικές και πρακτικές του.
Ωστόσο παρέμεινε ισχυρό σ’ όλη την περίοδο το κοινωνικό προφίλ του ΠΑΣΟΚ με διακριτά χαρακτηριστικά ιδεολογικής παγίωσης στις κατώτερες κοινωνικές ομάδες. Αυτό το πλαίσιο ιδεολογικής αναφοράς και ταύτισης αποτέλεσε και τον πιο ανθεκτικό κυματοθραύστη πάνω στον οποίο προσέκρουσαν όλες οι προσπάθειες μετωπικής επίθεσης κατά του Κινήματος, ιδιαίτερα στην περίοδο 1988-1989.
Αν το ΠΑΣΟΚ δεν επέφερε καμιά ουσιαστική δομική αλλαγή στο σύστημα, εν τούτοις κατάφερε να αναδύσει στην επιφάνεια κοινωνικά στρώματα, τα οποία ήταν λιγότερο ενσωματωμένα στο σύστημα, αν όχι αποκλεισμένα ή περιθωριοποιημένα. Τα κοινωνικά αυτά στρώματα επενδύθηκαν με αρκετή πολιτική ισχύ, η δε κοινωνική τους φυσιογνωμία και διχασμένη πολιτιστική τους ταυτότητα, καθώς και οι ιδεολογικοί τους προσανατολισμοί άφησαν έντονα αποτυπώματα στοv κορμό της ελληνικής κοινωνίας και πολιτικής.
Υποστηρίχθηκε ότι η εξεύρεση μιας «θέσης στον ήλιο» των στρωμάτων αυτών ήταν αναγκαία διαδικασία για την ελληνική κοινωνία. Ένας παρατεταμένος παραμερισμός ή αποκλεισμός τους, θα δημιουργούσε ενδεχομένως ασφυκτικές καταστάσεις πίεσης και αδιεξόδων.
Η αποτίμηση της 8ετίας του ΠΑΣΟΚ δεν είναι φυσικά δυνατό να γίνει με κάποιες ασαφείς έννοιες «θετικού» ή «αρνητικού», ούτε είναι συχνά δυνατό ή επιστημονικά αποδεκτό τα μεγέθη αυτά να μπαίνουν στους Ζυγούς, με διαφορετικά σταθμά. Ωστόσο, πέρα από ορισμένα αντικειμενικά στοιχεία, που αδιάψευστα καθιστούν το ΠΑΣΟΚ υπεύθυνο για την κατάρρευση της οικονομίας και την προσαγωγή της χώρας στα πρόθυρα της χρεωκοπίας, απομένει συνάμα στο τέλος η πικρή, στυφή γεύση της αποτυχίας και κατάρρευσης ενός οράματος εν μέσω ενός άκρατου αυταρχικού λαϊκίστικού λόγου, αλαζονείας της εξουσίας, πολιτικού εκχυδαϊσμού κι όλων εκείνων των εκδηλώσεων που πυροδότησαν τα αισθήματα της ηθικής απέχθειας και πολιτικής απόρριψης από σημαντική μερίδα του εκλογικού σώματος.
Κι όμως ήταν τόσο διαφορετικό το ξεκίνημα εν μέσω πλήθους ευνοϊκών συνθηκών. Τι έφταιξε;
Αποτελεί ένα μεγάλο ερώτημα στο οποίο το ίδιο το ΠΑΣΟΚ ούτε απάντησε ούτε θέλει να απαντήσει, μέχρι στιγμής. Είναι πάντα ευκολότερη η αναζήτηση «αποδιοπομπαίων τράγων».
(1) Χρήστος Λυριντζής, Γιώργος Μαυρογκορδάτος, Νίκος Αλιβιζάτος, Στέφανος Πεσματζόγλου, Αλέξης Δημαράς, Δημήτρης Κατσούδας, Βασίλης Καπετανγιάννης, Θεόδωρος Κουλουμπής, Βαν Κουφουδάκης, Τζων Ιατρίδης, Γιώργος Γιαννόπουλος, Susannah Verney, Θάνος Βερέμης και Νικηφόρος Διαμαντούρος (25-27 Απριλίου).