Η κληρονομιά που άφησε πίσω της η συγκυβέρνηση δυο φαιοκκόκινων λαϊκιστικών κομμάτων στην περίοδο 2015-2019, του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ, δεν ήταν μόνο η ανήκεστος οικονομική ζημία, αλλά η βαθύτατη θεσμική και ηθική βλάβη. O λαϊκισμός δηλητηρίασε το κοινωνικό σώμα. Το διαβόητο «ηθικό πλεονέκτημα» που συνέχεια επικαλείτο ο ΣΥΡΙΖΑ για να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα ως κυβέρνηση ήταν φυσικά ανύπαρκτο, μια μεταφυσική διαχρονική κατασκευή της Αριστεράς πιστευτή μόνο από τους οπαδούς της. Εάν αυτοχαρακτηριστεί κανείς ως καλός καγαθός, ενάρετος, τίμιος πατριώτης και τα συναφή, τότε ο κάθε Άλλος, ο είναι προδότης, πουλημένος, υποτελής, ο Κακός, πρόσφατα παιδεραστής και τα συναφή. Έτσι κατασκευάζεται ο «Εχθρός». Άλλωστε, αν ο σκοπός καθοριστεί ως «πανανθρώπινος» τότε όλα τα μέσα καθαγιάζονται. Σημασία δεν έχει η πράξη ως κριτήριο της ηθικής και πολιτικής συμπεριφοράς αλλά ο ιδεολογικός αυτοπροσδιορισμός και η εξ αυτο-απονομής και εξ ορισμού φωτοστέφανο αγιοσύνης και ζώνης αγνότητας.
Η «υπόθεση Λιγνάδη» ανέδειξε ανάγλυφα και επιβεβαίωσε την πολιτική και ηθική εξαχρείωση στην οποία είχε περιπέσει η συριζανελική νεοσταλινική πολιτική κλίκα που κυβέρνησε τη χώρα. Ο φαιοκόκκινος λαϊκισμός τρέφεται από το διχασμό, την ηθικολογία και την αφ’ υψηλού καταγγελία για το «σάπιο σύστημα» και τις «διεφθαρμένες ελίτ», το «εμείς ή αυτοί» και τα συναφή. Υποδαυλίζει την οργή για περισσότερο αίμα στην αρένα, «κρεμάλες» και Γουδί από τους πολίτες που πολτοποιεί σε όχλο και χειραγωγίσιμη «μάζα» με την ολοκληρωτική προπαγάνδα, τα ψεύδη και την απάτη. Σήμερα, ελλείψει άλλου πειστικού Αφηγήματος προσπαθεί να ταυτίσει τον ίδιο τον Π/Θ, την κυβέρνηση και τη ΝΔ με την «παιδεραστία» ή να ανακαλύψει τουλάχιστον τα «κυκλώματα». Οι ισχυρισμοί δεν είναι μόνο γελοίοι, αλλά βρώμικοι και χυδαίοι. Στην ουσία υιοθετούν τον οχετό των αριστεροδεξιών ΜΜΕ. Γι αυτό ο ΣΥΡΙΖΑ και άλλα ελεγχόμενα από την Αριστερά σωματεία ζητούν την παραίτηση της Υπουργού Πολιτισμού κας Μενδώνη. Να ζητήσουν όλοι τους γονυπετείς συγνώμη. Για ποιο λόγο; Για ποιο αδίκημα;
Επί της ουσίας δε φαίνεται ότι κα Μενδώνη να υπέπεσε σε κάποιο αδίκημα που να δικαιολογεί την παραίτησή της.
«Η ανώνυμη καταγγελία έγινε στις 6 Φεβρουαρίου για τον θύτη και για το θύμα. Δεν υπήρξε κανένα όνομα αλλά για λόγους ευαισθησίας η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη ζήτησε από τον Λιγνάδη την παραίτησή του που υποβλήθηκε λίγες ώρες μετά» ανέφερε ο υπουργός κ Γ. Γεραπετρίτης προχτές στη Βουλή. Επομένως, συγκάλυψη δεν αποδεικνύεται. Οι φήμες δεν αποτελούν απόδειξη ούτε μπορούν να στηριχθούν αποφάσεις επ’ αυτώ κι όχι μόνο πολιτικές. Πολιτική ευθύνη για τον διορισμό του κ. Λιγνάδη θα προέκυπτε μόνο αν αποδεχτεί ότι η υπουργός γνώριζε, οπότε η παραίτησή της θα ήταν σήμερα αυτονόητη. Απόδειξη δεν προσκομίστηκε.
Επικοινωνιακά, όμως, η κα Μενδώνη υπέπεσε σε δυο σοβαρά ολισθήματα. Πρώτον, στο θέμα της «εξαπάτησης», όπως το χαρακτήρισε η ίδια, εάν μάλιστα συνδυαστεί με το δεύτερο, την «επικινδυνότητα» που απέδωσε στον κατηγορούμενο, πράγμα που παραβιάζει ωμά το συνταγματικά κατοχυρωμένο τεκμήριο αθωότητας. Αυτά ορθώς επικρίθηκαν και από την κυβέρνηση και θα μπορούσαν να θεραπευτούν ακόμα και τώρα από την κα Μενδώνη με δήλωσή της. Ούτε αυτά συνιστούν κατά τη γνώμη μου ικανή βάση για παραίτηση. Αναφορικά δε εάν η υπουργός είναι άξια κι αν έχει επιτελέσει έργο ή όχι υπάρχουν κοινοβουλευτικές διαδικασίες και πλήθος δημόσιων άλλων ώστε να αντιπαρατεθούν τα σχετικά επιχειρήματα. Όλα τα άλλα είναι φθηνά και ποταπά.
Η μετάπτωση των πολιτών σε όχλο λυντσαρίσματος υποδαυλίζεται από τον αχαλίνωτο λαϊκισμό. Πονηροί και αδίστακτοι πολιτικοί ελλοχεύουν για να επωφεληθούν. Τα ΜΜΕ δεν θα πρέπει να καταπέσουν σε χαμηλό και χυδαίο επίπεδο ενδίδοντας στον πειρασμό της τηλεθέασης, ακροαματικότητας ή κυκλοφορίας με «ζουμερά» θέματα που ανοίγουν την «όρεξη» του αδηφάγου κοινού για αίμα, «άπλυτα» δημοσίων προσώπων και μυστικά κλειδαρότρυπας. Αρκετά reality shows έχουμε. Ας ακολουθήσουν τα ΜΜΕ κανόνες δεοντολογίας, αυτοπεριορισμού και μέτρου. Δεν χρειάζεται να εκπορνευθούν και να χάσουν κι άλλη αξιοπιστία. Ας μην μεταβληθούν σε ροζ εστίες και «λαϊκά δικαστήρια».
Είναι ευθύνη της κυβέρνησης να δημιουργήσει το θεσμικό εκείνο πλαίσιο που θα εξαλείψει το φόβο της καταγγελίας, θα προστατεύσει και θα στηρίξει αποτελεσματικά τα θύματα από όλες τις απόψεις, θα περιφρουρήσει την κοινωνία τιμωρώντας αυστηρά τους ενόχους, σύμφωνα με τους κανόνες του Κράτους Δικαίου, όχι του όχλου. Καταγράφοντας και παρακολουθώντας τη δράση των εγκληματιών αυτών όπου κι αν ευρίσκονται, στη φυλακή ή εκτός. Στοιχειώδη μέτρα αποτροπής, προφύλαξης και προστασίας των ευάλωτων και ανήλικων παιδιών. Διότι, τέτοια φαινόμενα δύσκολα εξαλείφονται. Μπορούν, όμως, με τη δράση της Πολιτείας και των πολιτών δραστικά να περιοριστούν. Διότι, συνήθως συγκαλύπτονται από σιωπή, ενοχές και φόβο. Μυστικά της οικογένειας και της κοινωνίας καλά φυλαγμένα. Η υποκρισία περισσεύει. Ωσάν τα φαινόμενα αυτά να είναι παντελώς άγνωστα. Γι αυτό οι κοινωνικοί, επαγγελματικοί και εργασιακοί χώροι πρέπει να αυτο-προστατευθούν θεσπίζοντας κανόνες και όρια.
Είναι λυπηρό και επικίνδυνο για την υγεία της δημοκρατίας το γεγονός ότι η αξιωματική αντιπολίτευση διάλεξε ως πεδίο πολιτικής όξυνσης και αντιπαράθεσης το σοβαρό αυτό κοινωνικό θέμα, το οποίο αφ’ εαυτό στερείται κομματικής χροιάς.
Όσοι περιμένουν από τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης να επιδείξει κάποια υπεύθυνη στάση στη συζήτηση αύριο στη Βουλή θα απογοητευθούν για μια ακόμη φορά. Ο ίδιος έδωσε τις τελευταίες ημέρες άφθονα δείγματα γραφής προς τη «σοσιαλδημοκρατία» (sic) με τα «πρησμένα πόδια» των Λαμπράκηδων, την ταύτιση με τον Κουφοντίνα (ούτε τον χαρακτηρισμό τρομοκράτης και δολοφόνος δεν τολμά να εκστομίσει), την ηθική εξαχρείωση στην «υπόθεση Λιγνάδη». Οχετός. Βρώμα και δυσωδία.
Ο Π/Θ είναι σίγουρο ότι θα επιδείξει αύριο στη Βουλή τη γνωστή ευπρέπεια πολιτικού λόγου που τον διακρίνει. Αλλά γνωρίζει ότι θα προκληθεί κι ότι απέναντι στη θρασύτητα θα πρέπει να απαντήσει σκληρά και επιθετικά ώστε ο «ακατανόμαστος» να φύγει ακόμα μια φορά με την ουρά στα σκέλια. Αυτοί που άνοιξαν τον υπόνομο της λάσπης και της δυσωδίας να είναι βέβαιοι ότι θα πνιγούν στα απόβλητα.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Οι δικηγόροι επιλέγουν με δική τους ευθύνη τους πελάτες τους είτε ως υπεράσπιση είτε ως πολιτική αγωγή και κρίνονται, όπως όλοι στο δημόσιο χώρο, για τις επιλογές τους. Αξίζει ίσως να υπενθυμίσει κανείς, κυρίως σε όσους εξ αριστερών κραδαίνουν απτόητοι τη ρομφαία της καταγγελίας και της ηθικής ανωτερότητας, ότι κάποια δική τους δικηγόρος στην περασμένη δεκαετία υπεράσπισε βιαστή τεσσάρων αλλοδαπών γυναικών. Μετ’ ου πολύ ψηφίστηκε ως πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων.
Δημοσιεύτηκε στη ηλεκτρονική εφημερίδα metarithmisi.gr