Πώς θα είναι το πολιτικό τοπίο της χώρας μετά την επερχόμενη εκλογική αναμέτρηση μέχρις εσχάτων στις εθνικές κάλπες; Εκ των πραγμάτων οι Ευρωεκλογές της 26ης Μαίου αποτελούν πρόκριμα για τις εθνικές, εάν οι δεύτερες διεξαχθούν σε μεταγενέστερο χρόνο.. Από την Ευρωκάλπη αναμένεται να προκύψουν οι κυρίαρχες τάσεις.
Στη βάση κάποιας λογικής προβολής των τάσεων που επί του παρόντος φαίνεται να επικρατούν, η ΝΔ αναμένεται να αναδειχτεί πρώτο κόμμα και λόγω του εκλογικού νόμου να αποκτήσει και την πλειοψηφία των εδρών στη Βουλή. Αστάθμητο παραμένει το ποσοστιαίο μέγεθος της εκλογικής νίκης και η επίτευξη αυτοδυναμίας (και ποιας ακριβώς έκτασης) ή όχι, έκβαση από την οποία θα κριθούν πάρα πολλά, κυρίως η διάρκεια της διακυβέρνησης σε συνθήκες πολιτικής σταθερότητας που προϋποθέτουν την πολιτική εξουδετέρωση και στρατηγική πολιτική και ιδεολογική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ.
Είναι, όμως, φανερό ότι ανεξαρτήτως της αυτοδυναμίας της ΝΔ τέτοιες συνθήκες πολιτικής σταθερότητας και ισορροπίας του πολιτικού συστήματος μόνο μια ισχυρή κοινοβουλευτική παρουσία του ΚΙΝ.ΑΛ μπορεί να διασφαλίσει, εάν βέβαια συνοδεύεται από αντίστοιχη πολιτική βούληση και προγραμματική αυτοπεποίθηση. Διότι, αυτός ο πολιτικός χώρος μπορεί να προμηθεύσει την «κρίσιμη μάζα» είτε εντός είτε εκτός κυβέρνησης για τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις. Ωστόσο, η μετεκλογική πολιτική του κόμματος παραμένει ασαφής. Ακούγονται, μάλιστα και φωνές, που το προτρέπουν να παραμείνει τελείως αδιάφορο και αμέτοχο στη διακυβέρνηση της χώρας αφήνοντας τη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ να βγάλουν τα κάστανα από τη φωτιά.
Στο αισιόδοξο σενάριο τα προβλήματα της συνταγματικής αναθεώρησης, του εκλογικού νόμου και της εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας θα μπορούσαν να λυθούν σχετικά εύκολα. Θα μπορούσαν επίσης να τεθούν οικονομικές και πολιτικές προτεραιότητες (π.χ. Υγεία, Ασφάλεια, Παιδεία, Ευταξία, ευρωπαϊκή πολιτική κ.τ.λ.) που να διασφαλίζουν ευρύτερη αποδοχή. Δεν απαιτούνται μόνο πολιτικές μεγέθυνσης της οικονομικής πίττας αλλά αποφασιστική πολιτική βούληση, συνολικό και ολοκληρωμένο Σχέδιο μακράς πνοής για την ανάταξη της χώρας, σταθερή και ευρύτερη πολιτική του υποστήριξη.
Εν κατακλείδι, αυτονόητο είναι ότι η πολιτική αριθμητική πάντα καθίσταται εκ των πραγμάτων ο ρυθμιστικός παράγοντας των πολιτικών εξελίξεων. Αλλά, από μόνη της, δεν μπορεί να υπαγορεύσει τα πάντα, ανεξάρτητα από την πολιτική βούληση και τις στρατηγικές επιδιώξεις των κομμάτων.
Κύριο μέλημα των προοδευτικών, μεταρρυθμιστικών και δημοκρατικών δυνάμεων που θα κληθούν να κυβερνήσουν τη χώρα είναι να την βγάλουν από το τέλμα και την παρακμή της το συντομότερο δυνατόν. Να την οδηγήσουν σε μια νέα εποχή ανάπτυξης, ευημερίας, κοινωνικής προόδου και ασφάλειας, αξιόπιστο, ισότιμο και ισχυρό μέλος της ευρωπαϊκής οικογένειας και των συμμαχιών της. Για να δοθεί στους πολίτες μια ρεαλιστική Ελπίδα και Προοπτική ανασύροντάς τους από τον πυθμένα της κατάθλιψης και δυστυχίας όπου φαίνεται να βρίσκονται, σύμφωνα με πρόσφατες διεθνείς έρευνες.
Δεν θα είναι καθόλου εύκολο, αλλά δεν υπάρχει άλλη οδός.
Η «Επόμενη Μέρα» της χώρας μπορεί υπό όρους να είναι αισιόδοξη. Οι απαιτήσεις και προσδοκίες είναι δικαιολογημένα μεγάλες. Έχει, όμως, χαθεί πολύτιμος χρόνος και η λαίλαπα του αριστεροδεξιού εθνολαϊκισμού αφήνει πίσω της τεράστιες καταστροφές. Μια ακόμα χαμένη ευκαιρία εξ αιτίας των εμφανών αδυναμιών του πολιτικού συστήματος, των δογματικών προσεγγίσεων και της ευρύτερης διάχυσης της λαϊκιστικής ιδεολογίας ίσως αυτή τη φορά να αποβεί μοιραία. Παρ’ όλα αυτά, εκ προοιμίου ελαφρυντικά δεν πρέπει να αναγνωριστούν σε κανέναν.