Συμμερίζομαι την άποψη ότι η εκλογική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να είναι στρατηγικής φύσεως. Αυτονόητο. Αποτελεί επιτακτική εθνική ανάγκη. Οι δυνατότητές του να επηρεάσει πρακτικά τις μετεκλογικές πολιτικές εξελίξεις πρέπει να εκμηδενιστούν. Αλλά και το πλέγμα των χρεοκοπημένων και επικίνδυνων πολιτικών και ιδεολογικών αντιλήψεων που έβλαψαν σοβαρά τη χώρα πρέπει οριστικά να κηδευτούν άνευ τιμών. Ωστόσο, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι η τιμωρία της κάλπης θα είναι η απαιτούμενη.
Ακόμα κι αν η εκλογική ήττα είναι συντριπτική, πράγμα καθόλου βέβαιο, σε καμιά περίπτωση δεν πρόκειται να κλονίσει την ισχύ της ηγετικής ομάδας γύρω από τον κ. Τσίπρα. Ποιος θα τολμήσει να τον αμφισβητήσει όταν έχει κερδίσει δυο εκλογικές αναμετρήσεις με 36% κι ένα Δημοψήφισμα με 62%; Όταν δημιουργήθηκαν εκ του μηδενός πολιτικές καριέρες χάρις σ’ αυτόν; Όταν για τους περισσότερους ο θυρωρός τους ούτε τους ήξερε; Οι ευθύνες της εκλογικής ήττας άνετα μπορούν να μετατεθούν. Πάντα βρίσκονται αποδιοπομπαίοι τράγοι, ακόμα κι αν συνοδεύονται, κατά τα κομμουνιστικά ειωθότα, από κάποια αυτοκριτική. Κι ακόμα, η επιρροή του κόμματος στις ηλικίες 17- 44 ετών είναι τέτοια που εύλογα υποθέτει κανείς ότι είναι αρκετή για να to διατηρήσει σε ποσοστά που του διασφαλίζουν την ισχυρή πολιτική του επιβίωσή σε μακρό χρόνο.
Το βασικό πρόβλημα είναι με ποια υλικά θα συγκροτηθεί τυχόν ένα νέο κόμμα, όχι ποιος θα ηγείται αυτού. Η μόνη εσωκομματική κριτική που δειλά ασκείται στην ηγεσία είναι από τα «αριστερά». Λογικό είναι οι φωνές αυτές να δυναμώσουν και να απαιτήσουν τη διατήρηση της φυσιογνωμίας της «ριζοσπαστικής αριστεράς» σε περίπτωση εκλογικής ήττας. Δεν πρόκειται να επικρατήσουν. Κάποια «αριστερή πτέρυγα» δεν αποκλείεται να υπάρξει ως «συνείδηση» ενός νέου υβριδικού κομματικού μορφώματος. Κάποιο αριστερό ρητορικό επίχρισμα, κάποια εαμικά και αντάρτικα άσματα, κάποια δάκρυα και στεφάνια, είναι πάντα χρήσιμα στην ελληνική πολιτική πραγματικότητα. Είναι, όμως, ηλίου φαεινότερο ότι η εκλογική δεξαμενή στην οποία καλείται να αντλήσει βρίσκεται στο μεσαίο χώρο, μολονότι το πείραμα της «Γέφυρας» έχει καταλήξει σε φιάσκο. Όμως, δεν είναι καθόλου τυχαίο που το 40% του εκλογικού σώματος αναγνωρίζει τον ΣΥΡΙΖΑ ως «κεντροαριστερό» κόμμα. Οι προσλήψεις μετράνε.
Γι αυτό, στην πραγματικότητα, παρά τους εξ αντιθέτου ισχυρισμούς, κεντρικός εκλογικός και πολιτικός στόχος του ΣΥΡΙΖΑ είναι η εξόντωση και διάλυση του βασικού ανταγωνιστή του στο χώρο αυτό, του ΚΙΝΑΛ (ΠΑΣΟΚ) και η λεηλασία της κοινωνικής και εκλογικής του βάσης. Η μάχη μεταξύ τους είναι και θα είναι λυσσώδης. Πρόκειται για σύγκρουση μηδενικού αθροίσματος, για δε το ΚΙΝΑΛ αγώνας ζωής ή θανάτου.
Δεν είναι δυνατόν να προβλεφθούν ούτε ο χρόνος ούτε ο χαρακτήρας ενδεχόμενων μεταλλάξεων του ΣΥΡΙΖΑ που θα καθορίσουν και την συμπεριφορά του ως αξιωματικής αντιπολίτευσης. Θα κριθεί στην πράξη εάν μπορεί να προσαρμοστεί ή όχι. Αν επιθυμεί να ενστερνιστεί πλήρως και να σεβαστεί τους κανόνες και το αξιακό σύστημα της φιλελεύθερης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και του Κράτους Δικαίου, ενταφιάζοντας οριστικά αντιλήψεις και συμπεριφορές του παρελθόντος. Εδώ βρίσκεται η Λυδία λίθος. Δεν φαίνεται πολύ πιθανό. Διότι, χάνεται το αριστερό παραμύθι. Τι θα γίνει χωρίς αυτό;
Ο ΣΥΡΙΖΑ θα χρειαστεί ένα νέο πολιτικό αφήγημα με νέα ιδεολογικά και θεωρητικά υποστηρίγματα, νέα συστατικά για μια νέα ταυτότητα. Ο Σίζεκ, η Κλάιν, ο Μπαλιμπάρ, ο Αλτουσέρ, ο Λακλάου και η Μουφ, πιο πρόσφατα ο γραφικός Λατούς και το συνάφι τους δεν έχουν τίποτα να προσφέρουν στην αντιμετώπιση των προκλήσεων της σύγχρονης εποχής.
Το αφήγημα της αντι-μνημονιακής απάτης, πέραν από τις δημαγωγικές υποσχέσεις, διέθετε τουλάχιστον έναν ιδεολογικό πυρήνα που προμήθευαν διάφορα αναγνωρισμένα στερεότυπα και θέματα αντλούμενα από την νεοελληνική ιδεολογία, όπως π.χ. ο αντι-δυτικισμός, η αριστερή και εθνική θυματοποίηση, το «ηρωϊκό», αντιστασιακό οπλοστάσιο έναντι των ξένων, τα ισχυρά λαϊκιστικά και αντι-δεξιά ιδεολογικά συμπλέγματα της πρώιμης περιόδου του ΠΑΣΟΚ, η παντελής έλλειψη εθνικής αυτογνωσίας και στοιχειώδους αυτοκριτικής. Τα μονοπάτια μιας παρωχημένης μεν αλλά ζωντανής πολιτικής κουλτούρας ήταν βατά.
Σήμερα δεν υπάρχει τίποτα που να αποτελεί συνεκτική ιδεολογική και αξιακή ουσία πέραν των ανέσεων που προσφέρει η πολυθρόνα της εξουσίας, η απόλαυση της λεηλασίας του κράτους. Ο ΣΥΡΙΖΑ, έχοντας συγκυβερνήσει με την λαϊκιστική ακροδεξιά, έχει πλήρως απολέσει κάθε ιδεολογικό και ηθικό έρμα αριστερής απόχρωσης, μολονότι οι αριστεροί ψηφοφόροι και η πλειοψηφία των κεντροαριστερών που τον ακολούθησαν θα παραμείνουν, θα τον επιλέξουν και πάλι ως το «μη χείρον βέλτιστον», κατ’ αυτούς. Γι αυτό, σήμερα, προσπαθεί απεγνωσμένα να ξεπλύνει τα ανομήματά του, να επιβάλλει την πολιτική λήθη για τα πεπραγμένα του, να αποκτήσει κάποιο «κοινωνικό προφίλ» διανέμοντας την φτώχεια και την μιζέρια με επιδοματικά ψίχουλα δια της φορολογικής αφαίμαξης ως ελεήμων προστάτης των «φτωχών και αδυνάτων». Στην ουσία το αφήγημά του παραμένει πεισματικά εξόχως λαϊκιστικό, κίβδηλο, μετέωρο, συντηρητικό, παραπλανητικό και απατηλό.
Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πλέον διαπλεκόμενος μέχρι μυελού οστέων. Έχει οικοδομήσει το δικό του «σύστημα» και πλέγμα οικονομικών, μιντιακών και άλλων συμφερόντων. Ως προς αυτά έχει μεταλλαχθεί πριν καν ανέβει στην εξουσία σε ένα πλήρως (πλέρια) κανονικό, συστημικό κόμμα. Τα άλλα, τα δήθεν «αντι-συστημικά» δεν ήταν παρά για τους αφελείς. Επέτυχε δε ταχύτατα να βρεθεί σε θέση ισχύος έναντι όλων των αντιπάλων του. Αυτό, όμως, δεν είναι καθόλου αρκετό για να κερδίσει τις εκλογές.