Μπορούμε;

Ο Κωστής Χατζηδάκης, αντιπρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, είναι ένας από τους πιο σοβαρούς, μετριοπαθείς και ικανούς πολιτικούς στο χώρο της κεντροδεξιάς. Θα έλεγα της νέας γενιάς εάν ο ίδιος δεν είχε ήδη πολύ σημαντική και μάχιμη πολιτική παρουσία δυο δεκαετιών.

Την περασμένη εβδομάδα, σε μια εντυπωσιακή εκδήλωση, παρουσιάστηκε το βιβλίο του που φέρει τον τίτλο ΜΕΤΤΑΡΡΥΜΙΣΕΩΝ ΑΝΑΒΑΣΙΣ, Ευρωπαίοι εξ ανάγκης ή εκ πεποιθήσεως; (από τις Εκδόσεις ΠΑΠΑΖΗΣΗ, σε επιμέλεια Σωτήρη Ντάλη, Αθήνα 2018, σελ. 370). Λίγες μέρες πριν από το προεκλογικό Συνέδριο της Ν.Δ. (14-16/12). Γεγονός που το καθιστά καθ’ όλα επίκαιρο και πολύτιμο, διότι η Ν.Δ. θα είναι κατά πάσα πιθανότητα η επόμενη κυβέρνηση της χώρας, εάν επαληθευτούν στην κάλπη τα σημερινά δημοσκοπικά ευρήματα και διότι ο ίδιος είναι υπεύθυνος για τη σύνταξη του κυβερνητικού προγράμματος του κόμματος.

Ο εκ Κρήτης πολιτικός, έχει μακρά πολιτική θητεία από τα φοιτητικά του χρόνια στις γραμμές της παράταξής του. Διετέλεσε πρόεδρος της ΟΝΝΕΔ (1992-1994), Ευρωβουλευτής (1994-2007) και Υπουργός Μεταφορών και Ανάπτυξης στις περιόδους 2007-2009 και 2012-2014. Τυχαίνει, επί πλέον, να είναι σεβαστός, αγαπητός και συμπαθής μεταξύ των συναδέλφων του αλλά και στο ευρύτερο κοινό. Σέβεται τους πολιτικούς του αντιπάλους. Έχει ήπιο, σοβαρό και μεστό πολιτικό λόγο. Με πλήρη αφοσίωση στη δημοκρατία, την ευρωπαϊκή θέση και προοπτική της χώρας.

Δεν είχαν, βέβαια, την ίδια γνώμη ορισμένοι «αγανακτισμένοι» διαδηλωτές όταν του επιτέθηκαν με ξύλα και πέτρες τον Δεκέμβριο του 2010 υπό την θωπεία και ανοχή των εραστών της «δίκαιης λαϊκής οργής», λόγω των Μνημονίων. Ο Χατζηδάκης αντιμετώπισε το επεισόδιο αυτό με αξιοπρέπεια και ψυχραιμία δηλώνοντας τότε ότι «η Ελλάδα δεν μπορεί να προχωρήσει μπροστά με το μίσος και τη βία».

Με το βιβλίο του, που κοσμείται με χαρακτηριστικά σκίτσα που κατά καιρούς έχει φιλοτεχνήσει και δημοσιεύσει η Έφη Ξένου για τον ίδιο, ο Χατζηδάκης καλύπτει μια περίοδο πολιτικής διαδρομής 20 περίπου ετών. Με δημοσιευμένα κείμενα των οποίων τη διασύνδεση επιχειρεί ο ίδιος και άλλα πολύ πρόσφατα αντί προλόγου και επιλόγου. Άλλωστε, δεν πρόκειται μόνο για παράθεση απλών σκέψεων και απόψεων εφόσον έχει πλέον και ως ευρωβουλευτής και ως Υπουργός συγκεκριμένα πεπραγμένα τα οποία βρίσκονται στην κρίση των πολιτών.

Η οπτική γωνία από την οποία ο Χατζηδάκης προσεγγίζει τα προβλήματα της χώρας δεν είναι φυσικά ούτε ιδεολογικά ούτε πολιτικά ουδέτερη. Καταγράφει, αξιολογεί, προτείνει, συζητά ως ένθερμος υποστηριχτής τις μεταρρυθμίσεις εκείνες που πιστεύει ότι έχει ανάγκη η χώρα «για να πάει μπροστά», να ξεφύγει από το τέλμα και την παρακμή της, να μπει σε ενάρετο κύκλο.

Ο συγγραφέας, χωρίς να τρέφει αυταπάτες για τις δυσκολίεςόπως γράφει, είναι αισιόδοξος. Υποστηρίζει ότι η Ελλάδα μπορεί να τα καταφέρει, μολονότι ο δρόμος των μεταρρυθμίσεων είναι δύσβατος και ανηφορικός. Θεωρεί ότι πρέπει να σπάσει ο φαύλος κύκλος του λαϊκισμού και της πολιτικής κουλτούρας που έχει διαμορφώσει καθώς και του κρατισμού, τα δυο «εθνικά καρκινώματα», όπως τα αποκαλεί, με γενναίες μεταρρυθμίσεις.

Οι τομείς της  ανάπτυξης (επιχειρηματικότητα, επενδύσεις, φορολογία), της αγοράς εργασίας, της Παιδείας, της Υγείας, της Δικαιοσύνης, της Δημόσιας Διοίκησης, του Ασφαλιστικού, είναι εμφανώς στην πρώτη γραμμή εκείνων οι οποίοι χρειάζονται «γενναίες» και άμεσες μεταρρυθμιστικές παρεμβάσεις. Προέχουν, βέβαια, η αποκατάσταση της λειτουργίας των δημοκρατικών θεσμών και του κράτους δικαίου, των αρχών και των αξιών της φιλελεύθερης δημοκρατίας, η εφαρμογή των νόμων και η ευταξία για την ασφάλεια των πολιτών. Η χώρα πλέον σοβαρό πρόβλημα δημοκρατίας με το σημερινό καθεστώς να διολισθαίνει καθημερινά στον αυταρχισμό.

Πρόκειται για τεράστιο έργο που είναι εκ των πραγμάτων αδύνατο  να επωμιστεί πολιτικά μια μονοκομματική κυβέρνηση από μόνη της και σε μια μόνο θητεία.

Η επιτυχία των μεταρρυθμίσεων[iαποτελεί συνάρτηση δέσμης κρίσιμων παραγόντων. Το χρονισμό, τον καλό σχεδιασμό, τη συναίνεση των πολιτικών δυνάμεων, την κοινωνική αποδοχή, την ικανότητα εφαρμογής, τη συνέχεια. Οι προϋποθέσεις αυτές σπανίως συντρέχουν ταυτόχρονα στην ελληνική περίπτωση. Συνήθως μας επιβάλλονται εκ των έξω (εξ ου και ο κακός σχεδιασμός ορισμένων, λόγω της ελληνικής ιδιαιτερότητας) σε δεινές οικονομικές συνθήκες. Το κόστος της καθυστέρησης  είναι πάντα υπέρογκο. Οι αντιστάσεις είναι συνήθως αποτελεσματικές. Επιτυγχάνουν να τις ακυρώνουν και στη χειρότερη περίπτωση να τις διαστρεβλώνουν.

Ο συγγραφέας υποστηρίζει επίσης ότι η ιδεολογική κυριαρχία της Αριστεράς λειτουργεί ως κολυμβήθρα του Σιλωάμ κι ότι η κεντροδεξιά είναι φοβική. Έχει η ίδια απαξιώσει την ιδεολογία[ii] της κι έχει κι αυτή τις δικές της ευθύνες για την κατάσταση της χώρας. Δεν γίνεται, βέβαια, πιο συγκεκριμένος σχετικά με τις ευθύνες της παράταξής του κατά την διακυβέρνηση  της χώρας στην περίοδο 2004-2009. Αντιλαμβάνεται κανείς τη δυσκολία. Ωστόσο, χωρίς μια τέτοια κριτική αποτίμηση, μολονότι η Ν.Δ. από τις αρχές του 2016 έχει νέα ηγεσία υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη, δεν είναι καθόλου εύκολο το έργο της πειθούς. Ότι, δηλαδή, αυτή τη φορά τα πράγματα θα γίνουν διαφορετικά και καλύτερα. Ποιες είναι οι εγγυήσεις;

Στο μέτωπο των δυσκολιών ευλόγως ο ίδιος επισημαίνει ότι ένα μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού είναι αντίθετο στην ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας. Ευλογως, επίσης, επικαλείται ως πρόσθετη δυσκολία το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι εξασθενημένη από πολλαπλές κρίσεις (οικονομία, μετανάστευση, δημογραφικό, Brexit, ευρωσκεπτικισμός).

Επομένως, απαιτείται κατ’ αρχάς πολιτικό θάρρος και αγνόηση του πολιτικού κόστους. Δύσκολο για κόμματα εξουσίας.

Ο συγγραφέας πιστεύει ότι η «σιωπηλή πλειονότητα», όπως την αποκαλεί, παρότι έχει βιώσει πολλές απογοητεύσεις, συνεχίζει να πιστεύει ότι η Ελλάδα αξίζει κάτι καλύτερο. Διαπίστωση που έρχεται μάλλον σε χτυπητή αντίθεση με σειρά ευρημάτων από έρευνες της κοινής γνώμης και των τάσεών της. Αν μη τι άλλο, το πολιτικό σύστημα είναι πλήρως απαξιωμένο στα μάτια των πολιτών. Όπως και τα ΜΜΕ. Για τους λάθους λόγους. Αλλά, είναι.

Διατηρώ βάσιμες αμφιβολίες (και υποψίες) για το τι ακριβώς επιθυμεί το εκλογικό σώμα και η λεγόμενη «σιωπηλή πλειοψηφία», όταν οι πολίτες στην πλειοψηφία τους δεν έχουν ακόμα κατανοήσει τα αίτια της χρεοκοπίας, μετά από μια δεκαετία. Προτιμούν να ζουν ακόμα μέσα στις ψευδαισθήσεις τους. Το πολιτικό σύστημα (κόμματα, συνδικάτα, κ.τ.λ.) δεν υπήρξε αρκούντως θαρραλέο στο να εξηγήσει πειστικά. Κυριάρχησε το παιγνίδι της μετάθεσης ευθυνών. Κοντολογίς, το επίπεδο αυτογνωσίας παρέμεινε πολύ χαμηλό και ο παιδευτικός ρόλος των κομμάτων πολύ χλιαρός και ανεπαρκής. Ακόμα και σήμερα ο Π/Θ της χώρας ερμηνεύει τα γεγονότα και τις κυβερνητικές επιλογές με μυθεύματα παρά τις «κωλοτούμπες» στις οποίες επιδέξια επιδίδεται. Πάθαμε αλλά δεν μάθαμε.

Επομένως, το ερώτημα είναι εάν έχει δημιουργηθεί τουλάχιστον μια κρίσιμη κοινωνική και πολιτική μάζα υπέρ των μεταρρυθμίσεων. Αμφιβάλλω και ως προς αυτό. Έρευνες της διαΝέοσις[iii] αποτυπώνουν την κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε από άποψη στάσεων, τάσεων και αξιών. Στη βάση των ευρημάτων αυτών το υπόβαθρο της αισιοδοξίας του συγγραφέα φαίνεται εξαιρετικά εύθραυστο.

Συμμερίζομαι σε μεγάλο βαθμό την εκτίμηση[iv] ότι η ελληνική κοινωνία είναι συντηρητική, φοβική και αρχαϊκή. Επικρατεί σύγχυση αξιών. Επιζήσαμε και μεγαλουργήσαμε εντός της Δύσης, η καρδιά μας, όμως, παραμένει αμετακίνητα  με το «ξανθό γένος» της Ανατολής. Η κοινωνία διακρίνεται από σοβαρές αντιφάσεις και διπολικές συμπεριφορές. Και ο σκύλος χορτάτος και η πίττα σωστή. Ομελέτα χωρίς να σπάσουν αυγά. Δεν είναι καθόλου τυχαία η διαβόητη διγλωσσία της κυβέρνησης. Τα πάντα χωνεύονται. Πλήρης έλλειψη ρεαλιστικής εκτίμησης της κατάστασης, των αναγκών, των δυνατοτήτων και προοπτικών της χώρας. Ανθεκτικότητα της πολιτικής απάτης, των ψεμάτων και της παραπλάνησης, της προπαγάνδας, της αυταρχικής συμπεριφοράς. Ο ίδιος ο συγγραφέας παραδέχεται ότι έχουν καταρρεύσει δυο θεωρίες (σελ. 23) τις οποίες είχε υιοθετήσει για την πορεία της χώρας: ότι η Ελλάδα προχωρεί μπροστά, έστω και με αργούς ρυθμούς κι ότι το σοκ της κρίσης θα οδηγούσε τους πολίτες να αντλήσουν τα αναγκαία συμπεράσματα. Διαψεύστηκε. Από πού τελικά θα προέλθει η στήριξη των μεταρρυθμίσεων;

Ο πολιτικός λόγος του Χατζηδάκη είναι ευθύς, σαφής και έντιμος. Συμβάλλει πολύτιμα στον πολιτικό διάλογο χωρίς να κρύβει ή να συγκαλύπτει τις ιδεολογικές και πολιτικές αφετηρίες του. Πιστεύει ότι έχει τις λύσεις μολονότι είναι φανερό ότι αυτές είναι αδύνατο και κοινωνικά άτοπο και επιβλαβές να αναζητούνται πάντα στο πλαίσιο της ελεύθερης αγοράς.

Είναι θετικό το γεγονός ότι η Ν.Δ. δεν παρασύρεται σε έναν διαγωνισμό αφρόνων και κίβδηλων προεκλογικών υποσχέσεων που δεν είναι δυνατόν ρεαλιστικά να τηρηθούν χωρίς σοβαρή βλάβη της προοπτικής της χώρας.

Η εκλογική μάχη κάθε άλλο παρά περίπατος θα είναι για τα δημοκρατικά κόμματα της σημερινής αντιπολίτευσης. Ο αντίπαλος δεν ορρωδεί προ ουδενός.

Οι επιλογές κατόπιν στην κυβέρνηση θα είναι εξαιρετικά δύσκολες και η στήριξή τους κομματικά και ευρύτερα στην κοινωνία εντελώς αβέβαιη και επισφαλής.

Οι Μεγάλες Υποσχέσεις και οι Μεγάλες Προσδοκίες δημιουργούν και Μεγάλες Απογοητεύσεις με  επόμενο στάδιο τη Νέμεση.

 

Λοιπόν; Μπορούμε;

Εξαιρετικά δύσκολο, αν όχι αδύνατο. Κι όχι καθένας μόνος του. Με ανοιχτό πνεύμα. Με πολιτικές και κοινωνικές συμμαχίες. Χωρίς αλαζονεία και ελιτισμό. Με Σχέδιο, Προτεραιότητες, Σκληρή Δουλειά, Αλλαγή νοοτροπιών και εμπεδωμένων αντιλήψεων, Ρεαλιστική Ελπίδα και Αισιοδοξία. Αλλαγή, με λίγα λόγια «Παραδείγματος». Δεν αρκεί η αλλαγή του «παραγωγικού μοντέλου» και οι μεταρρυθμίσεις.

Προέχει η απαλλαγή από μια αριστεροδεξιά κυβέρνηση, ευτελή, χυδαία και επικίνδυνη,  που συνεχώς ψεύδεται και εξαπατά, που έχει βλάψει τη χώρα σε απίστευτο βαθμό και που οι αδίστακτες και φαύλες πρακτικές της κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για τους θεσμούς της φιλελεύθερης δημοκρατίας.

«Η ήττα του ΣΥΡΙΖΑ είναι πάνω από όλα θέμα αξιακό», είπε στην ομιλία του στο Συνέδριο (16/12) ο Κωστής Χατζηδάκης.

Η κάλπη πρέπει να μιλήσει αποφασιστικά. Όσο σημαντική είναι η στρατηγική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ για την πολιτική και ψυχική υγεία της χώρας αλλά τόσο σημαντική είναι η διασφάλιση της πολιτικής σταθερότητας, της συνεργασίας και της προοδευτικής διακυβέρνησης.

Κατά τα άλλα, ταπεινά και σοβαρά. Χαμηλά ο Πήχης. Και βλέπουμε….

Τουλάχιστον «οι Μύριοι» κάπου τελικά έφτασαν.

Θάλαττα!! Θάλαττα!!.

[i] Βλ. τη  μελέτη του ΕΛΙΑΜΕΠ (Ελληνικό Ίδρυμα Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής) με τίτλο «Διαρθρωτικές Μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της κρίσης (2010-2014). Επισκόπηση, Αποτίμηση και προτάσεις Πολιτικής με συντονιστή τον Δ. ΚΑΤΣΙΚΑ (16/7/2018) που έγινε με χρηματοδότηση της Τράπεζας της Ελλάδος.

[ii] Βλ. την συνέντευξή του στην εφ. «Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, Κυριακή, 9/12/2018)

[iii] Βλ., Παγκόσμια Έρευνα Αξιών Σεπτέμβριος 2018 και Τι Πιστεύουν οι Έλληνες-2018, Μάρτιος 2018.

[iv] Βλ. την ομιλία του Ευ. Βενιζέλου σε σχετική εκδήλωση της διαΝέοσις «Οι Αξίες μας» (12/12/2018).