Το σύνδρομο του Ίκαρου

Το «ωραίο ψέμα» της αμερικανικής παντοδυναμίας

Peter Beinart

The Icarus Syndrome: A History of American Hubris

Harper, 2010, σελ. 486

Ο Πίτερ Μπέιναρτ1 ανήκει στη νέα γενιά των διανοουμένων του Δημοκρατικού Κόμματος. Ο ίδιος όμως ήταν από εκείνους τους «φιλελεύθερους ιέρακες», όπως ο ίδιος αυτοπροσδιοριζόταν, που αρχικά, επηρεασμένος από την τρομοκρατική επίθεση της 11/9 στη Νέα Υόρκη, είχαν υποστηρίξει την αμερικανική εισβολή στο Ιράκ το 2003. Ωστόσο, υπό το φως των μετέπειτα εξελίξεων, δεν άργησε να αντιληφθεί και να παραδεχθεί δημόσια (mea culpa) ότι είχε υποπέσει σε τραγικό λάθος υποστηρίζοντας την καταστροφική εξωτερική πολιτική του προέδρου Τζορτζ Γ. Μπους του νεότερου και της μεταψυχροπολεμικής φανατικής ομάδας του των νεοσυντηρητικών, υπέρμαχων, manu militari, του μεσσιανικού και ιεραποστολικού επεμβατισμού και του αμερικανικού imperium.

Στο βιβλίο του χρησιμοποιεί τον ελληνικό μύθο του Ίκαρου και του Δαίδαλου2 ως πλαίσιο για να μελετήσει την εξωτερική πολιτική της Αμερικής του περασμένου αιώνα και συγκεκριμένα από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο μέχρι σήμερα. Μολονότι ο μύθος επιδέχεται πολλές ερμηνείες3 ο διαχρονικός συμβολισμός του είναι προφανής, ενώ δεν παύει να «κρύπτει νουν αλήθειας»4, όπως όλοι οι μύθοι.

Η ανάλυση της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής από τον Μπέιναρτ καλύπτει έναν περίπου αιώνα, από τον A’ Παγκόσμιο Πόλεμο μέχρι σήμερα: την πολιτική του προέδρου Γούντροου Γουίλσον, με ενδιάμεσο σταθμό τον πόλεμο στο Βιετνάμ και κατάληξη τον πόλεμο του Μπους στο Ιράκ. Τρία ορόσημα στην αμερικανική ιστορία, τρεις γενιές με τις ιδεολογίες και τις θεωρίες τους, τρεις μεγαλοπρεπείς διαψεύσεις της αμερικανικής υπέρμετρης φιλοδοξίας για παγκόσμια ηγεμόνευση. Ο συγγραφέας φαίνεται να αντιλαμβάνεται την ιστορική αυτή διαδρομή ωσάν τροχό που στρέφεται από την επιτυχία στην ύβρι.5 Το βιβλίο δομείται στην έννοια αυτή της κυκλικής διαδοχής: ύβρις – τραγωδία – αναζήτηση της σοφίας. Γι’ αυτό και τα τρία μέρη του, που αντιστοιχούν στα τρία παραπάνω ιστορικά ορόσημα, εύλογα αποκαλούνται Ύβρις της Λογικής, Ύβρις της Σκληρής Στάσης και Ύβρις της Κυριαρχικής Επικράτησης.

Στην πρώτη περίοδο, ο Δημοκρατικός πρόεδρος Γουίλσον υποτάχθηκε στην ύβρι της λογικής. Η πεποίθησή του ότι η Αμερική ήταν αρκετά ισχυρή και σοφή μετά τη νίκη στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, τον Μεγάλο Πόλεμο, ώστε να μετατρέψει την ζούγκλα των διεθνών σχέσεων σε ανθόσπαρτο κήπο κατέρρευσε στην αμερικανική Γερουσία, όπου δεν κατάφερε να επικυρώσει τη Συνθήκη των Βερσαλλιών6 του 1919, στην οποία ήταν ενσωματωμένη και η δημιουργία της Κοινωνίας των Εθνών, της οποίας οι ΗΠΑ ουδέποτε έγιναν μέλος. Η λογική και το δίκαιο δεν θριάμβευσαν μεταξύ των εθνών. Η ύβρις της λογικής δεν οδήγησε την Αμερική σε κάποια πιο ρεαλιστική προσέγγιση των διεθνών σχέσεων, αλλά στον απομονωτισμό7 και τον· πασιφισμό8 στον Μεσοπόλεμο.

Στη δεύτερη περίοδο, η εμπειρία της πικρής Ειρήνης των Βερσαλλιών και του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου διαμόρφωσε τις αντιλήψεις του προέδρου Φράνκλιν Ρούσβελτ (1933-1945), ο οποίος, ως ρεαλιστής, δεν δίστασε να συμμαχήσει με τη Σοβιετική Ένωση του Στάλιν για να επιτύχει τη συντριπτική ήττα της Γερμανίας του Χίτλερ. Το τίμημα ήταν η αναγνώριση της σοβιετικής σφαίρας επιρροής στην Ανατολική Ευρώπη. Ο πρόεδρος Χάρι Τρούμαν (1945-1953) που τον διαδέχθηκε τερμάτισε τον πόλεμο με τη ρίψη της ατομικής βόμβας στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι (6 και 9 Αυγού- στου 1945). Σε έξι ημέρες η Ιαπωνία παραδόθηκε άνευ όρων. Η ηγεμονική θέση της Αμερικής, οικονομική, πολιτική και στρατιωτική, στον Δυτικό κόσμο εδραιώθηκε και επιβεβαιώθηκε τόσο με το Σχέδιο Μάρσαλ για την οικονομική ανασυγκρότηση της Ευρώπης όσο και με τη δημιουργία του ΝΑΤΟ (1949), λίγους μήνες πριν τη λήξη του εμφυλίου πολέμου στην Ελλάδα. Το Δόγμα Τρούμαν (1947) επέτυχε να εμποδίσει την εξάπλωση της σοβιετικής επιρροής σε Ελλάδα και Τουρκία, με την παροχή οικονομικής και στρατιωτικής βοήθειας. (Άλλωστε, η Ελλάδα, μετά τη συμφωνία Τσόρτσιλ-Στάλιν τον Οκτώβριο του 1944, εν αγνοία μάλιστα των Αμερικανών, είχε συμπεριληφθεί στη δυτική σφαίρα επιρροής). Ο Ψυχρός Πόλεμος είχε ήδη αρχίσει. Η συνεργασία και η φιλία με τη Σ. Ένωση είχαν παρέλθει κι είχαν αντικατασταθεί από τη στρατηγική της ανάσχεσης (containment), η πατρότητα της οποίας ανήκει στον μετρημένο Τζορτζ Κέναν.9

Η στρατηγική της ανάσχεσης ήταν η μέση οδός μεταξύ κατευνασμού (appeasement) -το φάντασμα της πολιτικής (1937-1939) του Βρετανού πρωθυπουργού Νέβιλ Τσάμπερλεν έναντι της ναζιστικής Γερμανίας του Χίτλερ- και μετωπικής στρατιωτικής σύγκρουσης για την ανατροπή κομμουνιστικών καθεστώτων (rollback). Ήταν δηλαδή στρατηγική περιφερειακών συμμαχιών και δημιουργίας αντίρροπων δυνάμεων απέναντι σε προσπάθειες επέκτασης της σοβιετικής επιρροής. Διότι ο μεταπολεμικός κόσμος δεν ήταν πλέον ένας αλλά δύο, όπως δύο πλέον ήταν και οι υπερδυνάμεις, με αντίπαλα μάλιστα γεωπολιτικά συμφέροντα, κοινωνικοπολιτικά καθεστώτα και ιδεολογίες. Άλλωστε, το 1949 η Σ. Ένωση δοκίμασε τη δική της ατομική βόμβα, ενώ την ίδια χρονιά επικράτησε και η επανάσταση στην Κίνα υπό τον Μάο Τσε Τουγκ. Η διεθνής σκηνή είχε δραματικά μεταβληθεί. Για τα επόμενα 20 χρόνια, η αμερικανική πολιτική ταλαντευόταν μεταξύ της συμμετρικής και ασύμμετρης ανάσχεσης.10

Κατά την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, οι δυο υπερδυνάμεις της μεταπολεμικής εποχής ουδέποτε ήρθαν σε απευθείας σύγκρουση. Ο πόλεμος διεξαγόταν στην «περιφέρεια», μέσω «αντιπροσώπων» και πελατών-κρατών ή κινημάτων, ενώ η ελευθερία δράσης ήταν απόλυτη εντός της σφαίρας επιρροής τους.

Ο πρόεδρος Τζον Κένεντι, μετά το φιάσκο της εισβολής στον Κόλπο των Χοίρων11 (1961), αντιμετώπισε τον επόμενο χρόνο (τον Οκτώβριο του 1962) τη χειρότερη κρίση του Ψυχρού Πολέμου, την κρίση των πυραύλων της Κούβας, που έφερε τον κόσμο στα πρόθυρα πυρηνικού ολοκαυτώματος.12 Η κρίση αποκλιμακώθηκε μετά από μυστικές διαπραγματεύσεις και αμοιβαίες υποχωρήσεις.13 Η ειρήνη διασώθηκε και ο μύθος της αμερικανικής παντοδυναμίας διατηρήθηκε.14

Μετά τη δολοφονία του Κένεντι στις 22 Νοεμβρίου 1963 στο Τέξας, τα ηνία της εξουσίας ανέλαβε ο αντιπρόεδρος Λίντον Τζόνσον, που σύντομα έγινε αιχμάλωτος της σκληρής στάσης και της «θεωρίας του ντόμινο», σύμφωνα με την οποία, αν κάποια χώρα αφηνόταν να πέσει στα χέρια του κομμουνισμού, θα ακολουθούσαν και άλλες, στην Ασία και ίσως κι αλλού. Η κλιμάκωση του πολέμου στο Βιετνάμ τον κατάπιε και τον έσυρε στον πολιτικό του τάφο. Το αντιπολεμικό κίνημα στην Αμερική είχε φουντώσει. Η κοινή γνώμη είχε πλέον στραφεί αποφασιστικά εναντίον του πολέμου. Η πίστη στην αμερικανική παντοδυναμία είχε υποστεί σοβαρότατο πλήγμα.

Η δολοφονία του Ρόμπερτ Κένεντι απάλλαξε τους Ρεπουμπλικάνους από έναν επικίνδυνο αντίπαλο. Ο Ρίτσαρντ Νίξον κατάφερε να εκλεγεί στην προεδρία και, έχοντας δεξί του χέρι τον Χένρι Κίσινγκερ, προσπάθησε να βρει κάποια διέξοδο στο Βιετνάμ. Το «δόγμα Νίξον», όμως, δηλαδή η βιετναμοποίηση του πολέμου, απέτυχε παταγωδώς. Το 1973 υπεγράφη η συνθήκη ειρήνης με το Β. Βιετνάμ, αλλά σε δύο χρόνια το Ν. Βιετνάμ κατέρρευσε. Ακολούθησε η εποχή της ύφεσης (detente) και «ειρηνικής συνύπαρξης» των δυο υπερδυνάμεων, εποχή που αποτυπώθηκε ανάγλυφα στις Συμφωνίες του Ελσίνκι το 1975. Οι πάγοι του Ψυχρού Πολέμου είχαν αρχίσει να λιώνουν.

Η παθιασμένη αντικομμουνιστική ρητορεία του Ρόναλντ Ρέιγκαν (1980-1988) περί «αυτοκρατορίας του κακού» και τα συναφή δεν συμβάδισε με την προσεκτική πολιτική του στις σχέσεις με την έτερη υπερδύναμη. Ενώ φρόντισε να αυξήσει υπέρογκα τις αμυντικές δαπάνες και να εξαπολύσει νέο γύρο ανταγωνισμού στον τομέα των εξοπλισμών με τον «Πόλεμο των Άστρων» (Strategic Defense Initiative), προσήλθε τελικά σε συνομιλίες με τον Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, υπογράφοντας σημαντικές συμφωνίες για τη μείωση του πυρηνικού οπλοστασίου των δύο χωρών (INF και START I).

Ο Ίκαρος (1588), χαρακτικό του Χέντρικ Γκόλτζιους, από τη σειρά The Four Disgracers (Τάνταλος, Ίκαρος, Φαέθων και Ιξίων), πάνω σε σχέδια του Κορνέλις Βαν Χάαρλεμ.

Στην τρίτη περίοδο, που καλύπτει την περίοδο της προεδρίας του Τζορτζ Μπους του πρεσβύτερου (1988-1992), του Μπιλ Κλίντον (1992- 2000) και του Τζορτζ Μπους του νεότερου (2000-2008), η ύβρις της κυριαρχικής επικράτησης προσέλαβε πολλές μορφές. «Με τη βοήθεια του Θεού, αποτινάξαμε το σύνδρομο του Βιετνάμ», αναφώνησε ο Μπους μετά τον νικηφόρο πόλεμο στον Περσικό Κόλπο (1991). Έναντι 100.000 περίπου νεκρών του Ιράκ οι αμερικανικές απώλειες ήταν μόνο 146. Ήταν ταυτόχρονα η εποχή της αποσύνθεσης και κατάρρευσης της σοβιετικής αυτοκρατορίας. Ο Ψυχρός Πόλεμος τέλειωσε και τυπικά. Στη νέα παγκόσμια τάξη πραγμάτων, η Αμερική απέμεινε η μόνη πραγματική υπερδύναμη χωρίς αντίπαλο δέος, αλλά και χωρίς προφανή εχθρό.

Η διακυβέρνηση του Κλίντον σημαδεύτηκε από την αποτυχημένη επιχείρηση στη Σομαλία, τη γενοκτονία στη Ρουάντα μπροστά στα απαθή βλέμματα της διεθνούς κοινότητας, τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας και την ανικανότητα της ΕΕ να χειριστεί τα προβλήματα των Βαλκανίων, τη σφαγή στη Σρεμπρένιτσα και τον βομβαρδισμό του Σαράγιεβο από τους Σέρβους, τον πόλεμο της Βοσνίας και τη συμφωνία του Ντέιτον και τελικά τον βομβαρδισμό της Σερβίας από το ΝΑΤΟ και την ανεξαρτησία του Κοσσυφοπεδίου. Η επέκταση του ΝΑΤΟ έφτασε μέχρι τα σύνορα της Ρωσίας. Η αμερικανική ισχύς και επιρροή επεκτάθηκαν περαιτέρω. Η παράλυση και περιθωριοποίηση του ΟΗΕ ήταν εμφανής. Στην αυγή της νέας χιλιετηρίδας, η αμερικανική οικονομική, ιδεολογική και στρατιωτική κυριαρχία, σε βαθμό μάλιστα που να γίνεται λόγος για αμερικανική αυτοκρατορία, ήταν παγκόσμια πραγματικότητα. Το φάντασμα του Βιετνάμ είχε εξορκιστεί και η θρησκεία του μεγαλείου είχε επανέλθει.

Ο 21ος αιώνας άρχισε με την τρομοκρατική επίθεση στους δίδυμους πύργους της Νέας Υόρκης. Ο Μπους και οι συν αυτώ άδραξαν την ευκαιρία για να επιβεβαιώσουν την αμερικανική κυριαρχία έχοντας ως πρωταρχικό στόχο τους την αλλαγή των ισορροπιών στη Μέση Ανατολή, στον «άξονα του κακού». Η στρατικοποίηση της εξωτερικής πολιτικής ήταν σχεδόν πλήρης καθώς το Δόγμα Μπους,15 έχοντας ως ιδεολογικό προπέτασμα «ιδεαλιστικά» κίνητρα για την «εξάπλωση της δημοκρατίας» και των «αμερικανικών αξιών», έθετε στο επίκεντρο τη μονομερή δράση των ΗΠΑ με ad hoc «συμμαχίες των προθύμων» για «προληπτικό πόλεμο» και «αλλαγή καθεστώτος». Ακολούθησε η εισβολή στο Αφγανιστάν (2001) στο πλαίσιο του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας». Η εισβολή στο Ιράκ (2003) για την καταστροφή ανύπαρκτων όπλων μαζικής καταστροφής αποτέλεσε την κορύφωση της ύβρεως της κυριαρχικής επικράτησης και δημιούργησε αρχικά για μια ακόμη φορά την ψευδαίσθηση ότι η Αμερική, απαλλαγμένη από τα «δεσμά» της διεθνούς νομιμότητας και συνεργασίας, θα μπορούσε να εξαπλώσει περαιτέρω την ισχύ της με γρήγορους και φθηνούς, από άποψη χρήματος και αίματος, πολέμους.

Οι εξελίξεις έμελλαν να είναι πολύ διαφορετικές. Η Αμερική είχε και πάλι πλησιάσει πολύ κοντά στον ήλιο.

Συμπερασματικά, ο Μπέιναρτ φαίνεται να πιστεύει σοβαρά στη μετασχηματιστική δύναμη της τραγωδίας. Υποστηρίζει ότι, από σημαντικές απόψεις, οι πόλεμοι στο Ιράκ -εκεί όπου έμελλε να ενταφιαστούν τα αμερικανικά όνειρα για «παγκόσμια ηγεμονία»- και στο Αφγανιστάν, απηχούν τον μύθο του Ίκαρου. Ο διατηρούμενος ιεραποστολικός ζήλος της Αμερικής να «αλλάξει» τον κόσμο και να τον «σώσει» μεταδίδοντας τις δικές της αξίες (οι Αμερικανοί βαυκαλίζονται να πιστεύουν, ή πείθονται γι’ αυτό, ότι ενεργούν πάντα χωρίς ιδιοτελή κίνητρα, χωρίς εθνικό συμφέρον) το μόνο που κατάφερε ήταν να δημιουργήσει ψευδαισθήσεις και καταστροφή. Διότι δεν μπορεί να κάνει τα πάντα, όπως διατείνεται ένα ισχυρότατο και ενίοτε επικρατούν ρεύμα στην εθνική πολιτική της κουλτούρα. Το «ανίκητο της σκληρής στάσης» αποτελεί ψευδές συμπέρασμα.16 Η αμερικανική παντοδυναμία δεν είναι παρά ένα «ωραίο ψέμα», αλλά πολιτικά βολικό για πολλούς προέδρους, γι’ αυτό και επικίνδυνο, όταν αγνοείται. Απαιτείται πολιτική τόλμη για να ομολογηθεί δημόσια. Δεν είναι όμως κάτι που, παρά τις τραγωδίες της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, ανήκει στο παρελθόν. Διαπιστώνεται και σήμερα στην εσωτερική πολιτική διαμάχη με φορείς εκείνους τους κύκλους που εμποτίζουν τη συζήτηση για την εξωτερική πολιτική με άφθονες δόσεις ιδεολογίας και παραισθήσεων, αιχμάλωτοι του παρελθόντος. Το αμερικανικό συμφέρον συγκαλύπτεται με ιδεαλιστική αχλύ μολονότι είναι σαφές ότι η χώρα βρίσκεται στο φθινόπωρο της ισχύος της. Ο συγγραφέας αναμένει εκείνον τον πρόεδρο που θα πει την αλήθεια στον αμερικανικό λαό, κάποιον «ενθουσιώδη νεκροθάφτη» που να ενταφιάσει την ύβρι του παρελθόντος «πείθοντας τον κόσμο ότι παρευρίσκεται σε γάμο κι όχι σε κηδεία», διότι η ώρα της κρίσης έχει φτάσει. Χρειάζεται κάποιο «συμβολικό βάλσαμο» για την πληγωμένη υπερηφάνεια της χώρας.

Το εφευρετικό μυθολογικό σχήμα του Ίκαρου εξυπηρετεί πολύ καλά την εξέταση και ανάλυση ενός περίπου αιώνα αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Δεν έχει, βέβαια, τη θεωρητική συγκρότηση και αυστηρότητα άλλων βιβλίων του είδους, διότι προφανώς αποσκοπεί περισσότερο σε ένα ερμηνευτικό σχήμα που να λειτουργεί στο διδακτικό επίπεδο της εξιστόρησης των γεγονότων. Γι’ αυτό ίσως να μοιάζει περισσότερο με σειρά θεραπευτικών συνταγών «για να τονωθεί το ηθικό ασθενούς που αναρρώνει μετά από ένα φοβερό ατύχημα».17 Το σχήμα λειτουργεί επίσης και στο επίπεδο της ιδεολογικής διαμάχης και των ιδεολογικών ρευμάτων της αμερικανικής κοινωνίας, μέσω των θεωρητικών εκφραστών της που επηρεάζουν αντιλήψεις και πολιτικές επιλογές στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής -αν και ο βαθμός επίδρασής τους αμφισβητείται18– ως στοιχεία δηλαδή περιοριστικά ου μην αλλά και «τραγικά», εφόσον έχουν οδηγήσει σε αλλεπάλληλες ύβρεις. Γι’ αυτόν, οι διαμάχες περί της εξωτερικής πολιτικής συχνά έχουν τον χαρακτήρα εσωτερικών πολιτιστικών συγκρούσεων.

Το βιβλίο πράγματι αποτελεί «αυθεντική και φιλόδοξη μελέτη»19 με εμφανείς και αναλυτικές αρετές, είναι δε εξαιρετικά καλογραμμένο. Δεν έχει μεν να προτείνει κάποιο νέο και αμφιβόλου χρησιμότητας μεγαλεπήβολο «στρατηγικό δόγμα», αλλά στηρίζεται σε αξιοσημείωτη έρευνα, όπως προκύπτει από προσεκτικό έλεγχο των εκατοντάδων υποσημειώσεων και βιβλιογραφικών παραπομπών.

Ο Μπέιναρτ δεν θέλει τη χώρα του χωρίς φιλοδοξίες, χωρίς φτερά. Απλώς την καλεί να στρέψει τις φιλοδοξίες της αλλού, στην εσωτερική της ανασυγκρότηση, να αναζητήσει ένα νέο αφήγημα για να ξαναφτιάξει τα φτερά της εγκαταλείποντας την ψευδή αθωότητά της – το χρώμα της αλήθειας στην εξωτερική πολιτική είναι συνήθως το γκρίζο- και να πετάει ακολουθώντας τις συμβουλές του Δαίδαλου. Πρόκειται για μια επίκαιρη υπόμνηση, διότι ούτε το αίσθημα της υπερβολικής αυτοπεποίθησης, ούτε ο «αμερικανικός εξαιρετισμός» (exceptionalism), ούτε το νεοσυντηρητικό ρεύμα20 έχουν εκλείψει. Κι είναι επίσης επίκαιρο καθώς ο πρόεδρος Ομπάμα, ακολουθώντας μια νέα εξωτερική πολιτική,21 αποκλιμακώνει και τερματίζει τη μάχιμη παρουσία των ενόπλων δυνάμεων στο Ιράκ και προσπαθεί να αποφύγει την παγίδευσή του στο Αφγανιστάν. Διότι φαίνεται να έχει πλήρη επίγνωση του κόστους και των συνεπειών του πιο μακρόχρονου πλέον πολέμου στην αμερικανική ιστορία. Κατά συνέπεια, ο επαναπροσδιορισμός των στόχων σε ρεαλιστική βάση, αποφεύγοντας εκ προοιμίου θριαμβολογίες περί, ανέφικτης άλλωστε, νίκης στο «νεκροταφείο των αυτοκρατοριών», καθώς και η απόφαση για σταδιακή απεμπλοκή, με έναρξη αποχώρησης τον Ιούλιο του 2011 που έχει θέσει ως στόχο, αποτελούν ίσως τον μόνο τρόπο για την αποφυγή μιας ακόμη ύβρεως.

1 Ο Πίτερ Μπέιναρτ είναι καθηγητής δημοσιογραφίας και πολιτικών επιστημών στο City University της Νέας Υόρκης και ερευνητής στη γνωστή «δεξαμενή σκέψης» της Ουάσιγκτον, New American Foundation. Διετέλεσε διευθυντής σύνταξης του γνωστού περιοδικού New Republic. Αρθρογραφεί τακτικά στο New York Review of Books και στο ιστολόγιο Daily Beast. Πρόσφατο άρθρο του στο NYR (10.6.2010), στο οποίο επιτέθηκε με σφοδρότητα εναντίον του αμερικανικού εβραϊκού κατεστημένου (“The failure of the American Jewish Establishment”) και της πολιτικής της ισραηλινής κυβέρνησης Νετανιάχου προκάλεσε αίσθηση και πολλές, αναμενόμενες βέβαια, αντιδράσεις.

2  Την ιστορία αφηγείται ο Απολλόδωρος ο Αθηναίος (180-110 π.Χ.), ιστορικός και μυθογράφος. Ο Δαίδαλος, εμπνευστής του Λαβύρινθου, είναι παγιδευμένος στο ίδιο του το δημιούργημα από τον βασιλιά Μίνωα, στην Κρήτη. Κατασκευάζει φτερά από πούπουλα και κερί γι’ αυτόν και τον γιο του Ίκαρο, τα προσαρμόζει στους ώμους τους και δραπετεύουν. Ο Δαίδαλος συμβουλεύει τον Ίκαρο να μην πετάει ούτε πολύ ψηλά, για να μη λιώσει το κερί από τη θερμότητα του ήλιου, αλλά ούτε και πολύ χαμηλά, για να μη βαρύνουν τα πούπουλα από την υγρασία της θάλασσας. Ο Ίκαρος αψηφά τις συμβουλές του πατέρα του και παρασύρεται ψηλά, με αποτέλεσμα να λιώσει το κερί, να καταπέσει στη θάλασσα του Αιγαίου και να πνιγεί, στην περιοχή που σήμερα ονομάζεται Ικάριο Πέλαγος, στο κοντινό νησί Ικαρία.

3 Τα αποτελέσματα της παρορμητικότητας, του ενθουσιασμού και της απερισκεψίας της νιότης, της αλαζονείας και της ανυπακοής στις συμβουλές των γονέων και των μεγαλυτέρων, η αχαλίνωτη φιλοδοξία και η απώλεια του μέτρου, η υπερεκτίμηση και οι κίνδυνοι της τεχνολογίας, αλλά και η πρώτη φανταστική πτήση του ανθρώπου μερικές χιλιάδες χρόνια πριν από την πραγματική των αδελφών Ράιτ (το 1903, μόλις 37 μέτρα σε 12″), στην ατέρμονη διαδρομή της ανθρώπινης περιπέτειας και φιλοδοξίας.

4  Ανδρέας Κάλβος, Ωδές, ως πέταγμα τόλμης προς την ελευθερία:«… Αφ’ υψηλά όμως έπεσεν και απέθανεν ελεύθερος» («Εις Σάμον» – Τέταρτη Ωδή).

5  Το παλαιό λεξικό Webster’s (1944) ορίζει την ύβρι ως αναίτια αλαζονεία, αυθάδεια, απερισκεψία, παραγνώριση των ηθικών νόμων και περιορισμών. Όλα τα σύγχρονα λεξικά την ορίζουν επίσης ως υπέρμετρη ή υπερβολική υπερηφάνεια, ως τραγικό ελάττωμα που οδηγεί στη νέμεση.

6  Βλ. το εξαιρετικό βιβλίο της Βρετανίδας ιστορικού Margaret MacMillan, Paris 1919 (Random House, 2003). Στην Ελλάδα κυκλοφόρησε με τίτλο Οι Ειρηνοποιοί από τις εκδόσεις Θεμέλιο (2005) σε μετάφραση Νίκου Κούρκουλου.

7  Ο Μπέιναρτ αναφέρει ότι σύμφωνα με σφυγμομέτρηση που διεξήχθη τον Ιανουάριο του 1937, το 71% των Αμερικανών πίστευε ότι η συμμετοχή της Αμερικής στον A’ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν λάθος (σ. 72).

8  Στην περίοδο 1935-1937 ψηφίστηκαν οι περί ουδετερότητας νόμοι, που απαγόρευαν την πώληση όπλων και την παροχή δανείων σε εμπόλεμα κράτη.

9  Με το αρ. 284 τηλεγράφημά του (3.2.1946), το Στέιτ Ντιπάρτμεντ είχε ζητήσει από τον επιτετραμμένο της αμερικανικής πρεσβείας Κέναν στη Μόσχα υπηρεσιακό σημείωμα που να ερμηνεύει την αυξανόμενη αντιαμερικανική ρητορεία του Στάλιν και την άρνησή του να προσχωρήσει στο ΔΝΤ και την Παγκόσμια Τράπεζα. Αντί σύντομης απάντησης, ο Κέναν απέστειλε στις 22/2 το «Μακροσκελές Τηλεγράφημα» (The Long Telegram), στο οποίο ανέλυε τη σοβιετική πολιτική και πρότεινε ως αντίδοτο την πολιτική της ανάσχεσης. Βλ. http://tinyurl.com/2vjh7h9. Το Τηλεγράφημα διανεμήθηκε ευρύτερα στα κέντρα διαμόρφωσης αποφάσεων της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Το δημοσίευσε το γνωστό περιοδικό Foreign Affairs (Ιούλιος 1947) υπό τον τίτλο The Sources of Soviet Conduct με την υπογραφή «X».

10 Η διάκριση οφείλεται στον Αμερικανό ιστορικό, καθηγητή στο πανεπιστήμιο του Γέιλ, John Lewis Gaddis. Βλ. το κλασικό του έργο Strategies of Containment: A Critical Appraisal of Postwar American National Security, Galaxy Books, 1982.

11 «Ευχαριστούμε», του διαμήνυσε με σημείωμά του ο Τσε Γκεβάρα τον Αύγουστο του ίδιου έτους από την Ουρουγουάη, «πριν από την εισβολή η επανάσταση ήταν αδύναμη, τώρα είναι ισχυρή όσο ποτέ».

12 «Ήταν μια τέλεια όμορφη βραδιά, όπως είναι οι φθινοπωρινές βραδιές στην Ουάσιγκτον. Καθώς έβγαινα από το προεδρικό Γραφείο (Oval Office) σκέφτηκα πως ίσως να μην ξαναδώ άλλο Σαββατόβραδο», εξομολογήθηκε αργότερα στο CNN (29.11.1998) ο τότε υπουργός Αμυνας ΜακΝαμάρα για τη δραματική νύχτα του Σαββάτου της 27ης Οκτωβρίου του 1962, όταν η πορεία προς τον Αρμαγεδδώνα κρεμόταν από μια κλωστή.

13 Τη νύχτα του Σαββάτου της 27ης Οκτωβρίου 1962, ο Ρόμπερτ Κένεντι, αδελφός του προέδρου, είχε κρυφή συνάντηση στη σοβιετική πρεσβεία, κατ’ εντολήν του προέδρου, με τον πρέσβη της Σ. Ένωσης Ανατόλι Ντομπρίνιν. Όπως αποκαλύφτηκε αργότερα, στη συνάντηση αυτή η Αμερική υποσχέθηκε να αποσύρει από την Τουρκία τους «απαρχαιωμένους» πυραύλους τύπου Jupiter, υπό τον όρο η συμφωνία αυτή να κρατηθεί μυστική. Πράγματι, οι πύραυλοι αποσύρθηκαν αργότερα (1963). Οι Σοβιετικοί απέσυραν τους πυραύλους τους από την Κούβα και η Αμερική δεσμεύτηκε δημόσια να μην της επιτεθεί. Για το επίμαχο αυτό θέμα, βλ. Jim Hershberg, “Anatomy of a Controversy”, The Cold War International History Project Bulletin, No 5, άνοιξη 1995. Βλ. επίσης, Thomas Blanton, “Annals of Blinksmanship”, The Wilson Quarterly, καλοκαίρι 1997.

14 «Κοιταχτήκαμε κατάματα και νομίζω ότι τα βλέφαρα της άλλης πλευράς τρεμόπαιξαν», (“We’re eyeball to eyeball, and I think the other fellow just blinked”), είπε ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Ντιν Ρασκ, υπονοώντας σοβιετική υποχώρηση και θέλοντας να τονίσει την επιτυχία που προέκυψε από τη σκληρή στάση, από την πολιτική του κλιμακούμενου ακροβατισμού, πράγμα που δεν ανταποκρινόταν φυσικά στην πραγματικότητα. Μερικές φορές η δύναμη της ιστορικής αναλογίας είναι εκπληκτική. Ένα πρόσφατο (1.8.2010) άρθρο της Washington Post, διερευνώντας τις αμερικανικές αντιδράσεις σε περίπτωση πυραυλικής κρίσης με το Ιράν, χρησιμοποιεί ακριβώς την ίδια φρασεολογία-λογοπαίγνιο στον χτυπητό τίτλο του: “Who will blink first when Iran is on the brink”? («Ποιος θα υποχωρήσει πρώτος όταν το Ιράν βρεθεί στο χείλος του γκρεμού;»).

15 Το Δόγμα αποτυπώθηκε στο κείμενο της Στρατηγικής Εθνικής Ασφάλειας (National Security Strategy) του 2002 και στην αναθεωρημένη εκδοχή του (2006).

16 Βλ. Leslie Gelb, “In our Image”, New York Times, 3.6.2010.

17 Όπως εύστοχα υπογραμμίζει o George Packer. Βλ. “Air America”, New Yorker, 28.6.2010.

18 Βλ-Carlos Lozada, “America, flying too close to the sun”; Washington Post, 6.6.2010.

19 Βλ. The Economist, 29.5.2010.

20 Για το ιδεολογικό ρεύμα του νεοσυντηρητισμού και τον ρόλο του στην αμερικανική εξωτερική πολιτική βλ. James Mann, Rise of the Vulcans, Penguin Books, 2004. Βλ. επίσης Justin Vaϊsse, Neoconservatism, Cambridge, 2010 και Benjamin Balint, Running Commentary, Public Affairs, 2010. Σχετικά με το σήμερα βλ. David Margolick, “The Return of the Neocons”, Newsweek, 1.2.2010.

21 Όπως αποτυπώνεται στο δικό του Δόγμα, βλ. National Security Strategy, Μάιος 2010, http://tinyurl.com/2w6md5m