Θα σκουριάσουν τα όπλα;

Μετά τη Συμφωνία

Ο ιρλανδικός λαός, εκατέρωθεν των συνόρων, ψηφίζοντας για πρώτη φορά ταυτόχρονα ύστερα από 76 χρόνια, επικύρωσε με Δημοψήφισμα στις 22 Μαΐου τη Συμφωνία του Μπέλφαστ (10.4) για τη λύση του βορειοϊρλανδικού προβλήματος. Η πλειοψηφία ήταν συντριπτική. Στο Νότο, 94,4% και στο Βορρά 71,3%. Έχει, όμως, διασφαλισθεί η ειρηνική πορεία των επόμενων βημάτων;

Η τύχη της ειρήνης θα κριθεί βέβαια στο Βορρά, όπου τα τραύματα του διχασμού και της εμφύλιας σύρραξης εδώ και δεκαετίες είναι αδύνατο να επουλωθούν από τη μια μέρα στην άλλη. Οι απλοί ψηφοφόροι, Καθολικοί και Εθνικιστές απ’ τη μια μεριά, Διαμαρτυρόμενοι και Ενωτικοί απ’ την άλλη, αδιαφορούν για τα «ψιλά γράμματα» της Συμφωνίας. Η συντριπτικοί πλειοψηφία επιθυμεί να ζήσει. ειρηνικά, με πλήρη και ισότιμα δημοκρατικά δικαιώματα, προσβλέποντας στην προοπτική της οικονομικής ανάπτυξης και της πολιτικής ομαλότητας, σπάζοντας τον φαύλο κύκλο του αίματος. Επιθυμεί να γυρίσει σελίδα.

Στις 25 Ιουνίου οι κάλπες θα στηθούν ξανά για την εκλογή των 108 μελών της βουλής από 18 εκλογικές περιφέρειες των 6 εδρών και με το σύστημα της απλής αναλογικής (της μεταφερόμενης ψήφου). Πρόκειται για έναν από τους επίμαχους θεσμούς της Συμφωνίας για τον οποίο δόθηκαν σκληρές διαπραγματευτικές μάχες και του οποίου οι λεπτομερείς και περίτεχνες διατάξεις των λειτουργιών του συμφωνήθηκαν τις πρωινές ώρες της ημέρας της υπογραφής της συνολικής Συμφωνίας (τη Μεγάλη Παρασκευή του Καθολικού Πάσχα, 10 Απριλίου).

Δεν είναι μια «συνηθισμένη» Βουλή, όπου θα επικρατεί η αρχή της πλειοψηφίας. Οι. αποφάσεις της θα πρέπει να έχουν ειδικές πλειοψηφίες συνολικά και ειδικά εντός των δύο κοινοτήτων, στη βάση της αρχής της «παράλληλης συναίνεσης». Προϋπόθεση, οι εκλεγέντες να δηλώσουν σε ποια παράταξη ανήκουν, στους Εγωτιστές, στους Εθνικιστές ή σε άλλη.

Κατ’ αναλογίαν της δύναμης των παρατάξεων θα σχηματιστεί και η κυβέρνηση.

Ως πρωθυπουργός προαλείφεται ο Νταίηβιντ Τριμπλ, ηγέτης του κόμματος των Ενωτιστών του Ώλστερ, ο οποίος έδειξε αρκετό πολιτικό θάρρος υπογράφοντας και υποστηρίζοντας τη Συμφωνία παρά τις σοβαρές αντιδράσεις που συνάντησε τόσο από την κοινοβουλευτική ομάδα και το κόμμα του γενικά όσο, ευρύτερα, και από την παράταξη των Ενωτιστών. Αντιπρόεδρος προορίζεται ο ηγέτης του Σοσιαλδημοκρατικού και Εργατικού Κόμματος της εθνικιστικής παράταξης Τζων Χιουμ, η πιο εξέχουσα ίσως πολιτική φυσιογνωμία της Ιρλανδίας. Σημειωτέον ότι οι δύο κοινότητες τόσο από άποψη δημογραφική όσο και από άποψη ψήφων είναι σχεδόν ισοδύναμες με ελαφρά υπεροχή των Ενωτιστών. Ο άξονας, πάντως, Τριμπλ-Χιουμ έπαιξε κρίσιμο ρόλο για την επίτευξη της Συμφιονίας και θα διαδραματίσει, εξίσου κρίσιμο και αποφασιστικό ρόλο για την εφαρμογή της. Θα χρειαστεί αρκετός χρόνος ειρηνικής συμβίωσης και συνεργασίας ώστε η πολιτική διαχωριστική γραμμή να ταυτίζεται λιγότερο με τις θρησκευτικές και εθνοτικές διαφορές. Οι εκλογές της 25ης Ιουνίου θα αποτυπώσουν το συσχετισμό των πολιτικών δυνάμεων και κατ’ επέκταση την αναλογική συμμετοχή των πολιτικών δυνάμεων στην «κυβέρνηση».

Πυροβολισμοί στον αέρα: ο χαιρετισμός του IRA πάνω από τον νεκρό αγωνιστή.

ΘΕΣΜΙΚΗ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ

Στο θεσμικό συνταγματικό πλέγμα κεντρική θέση κατέχει και ο θεσμός του Συμβουλίου Βορρά-Νότου σε δι-υπουργικό επίπεδο και με καθορισμένους τομείς συνεργασίας. Είναι θεσμός που κάνει τους μεν Εθνικιστές να ισχυρίζονται ότι η σύγκλιση και οι εκτελεστικές αρμοδιότητες του Συμβουλίου φέρουν πλησιέστερα το ιρλανδικό έθνος, τους δε Ενωτιστές να φοβούνται τις μελλοντικές συνέπειες από άποψη παραμονής της Β. Ιρλανδίας υπό το βρετανικό Στέμμα. Γεγονός, πάντως, είναι ότι περαιτέρω επέκταση των αρμοδιοτήτων του Συμβουλίου θα πρέπει να τύχει της «ειδικής έγκρισης» τόσο του Κοινοβουλίου της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας όσο και της Βουλής του Βορρά. Προκύπτει ότι οι δυο αυτοί βασικοί συνταγματικοί θεσμοί, η Βουλή και το Συμβούλιο, αποτελούν τον κορμό της Συμφιυνίας, το πλαίσιο ανάπτυξης της πολιτικής διαδικασίας και διαμάχης κι ότι είναι αναπόσπαστα συνυφασμένοι. Από τις αρχές του επόμενου έτους τα δύο όργανα αναμένεται να λειτουργήσουν πλήρως, εφόσον θα έχουν ήδη ολοκληρωθεί όλες οι διαδικασίες μεταβίβασης αρμοδιοτήτων απ’ το Γουέστμίνστερ και οι σχετικές προετοιμασίες.

ΠΑΡΑΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΦΟΠΛΙΣΜΟΣ

Πολλά όπλα μπορεί να σίγησαν αλλά εξακολουθούν να υπάρχουν. Δεν έχουν παραδοθεί. Δεν έχουν ακόμα σκουριάσει. Είναι ακόμα παρά πόδα. Προβλέπεται η σταδιακή τους παράδοση και καταστροφή τους μέσα από πολύπλοκες διαδικασίες υπό τη δικαιοδοσία Διεθνούς Επιτροπής ειδικών και φυσικά η καταστροφή τους. Και τα όπλα είναι πολλά κι όχι μόνο περίστροφα. Και ουδείς πιστεύει ότι θα παραδοθούν όλα μολονότι υπάρχει ρητή ασυλία για τους κατόχους τους, εάν τα παραδώσουν. Πρόκειται για ένα ακανθώδες θέμα, διότι δεν αφορά μόνο στον IRA αλλά και τις άλλες παραστρατιωτικές οργανώσεις της παράταξης των Ενωτιστών που κάθε άλλο παρά ευτυχείς δείχνουν τόσο από τη Συμφωνία όσο και από τη λαϊκή της επικύρωση. Και προς το παρόν σ’ αυτήν την παράταξη εντοπίζονται βαθύτατες πολιτικές διαφωνίες περί της Συμφωνίας και της λειτουργίας των θεσμών. Υπάρχουν ακόμα ομάδες που έχουν αποσχιστεί από τον IRA και λειτουργούν αυτόνομα αντιτιθέμενες σφόδρα στη συμφωνία. Ακόμη και ασήμαντες τρομοκρατικές ενέργειες μπορεί να παίρνουν μεγάλες πολιτικές διαστάσεις και να αποτελούν διαρκή κίνδυνο υπονόμευσης της Συμφωνίας.

Και σ’ αυτά θα πρέπει να προστεθεί τόσο το θέμα της αστυνομίας και των σωμάτων ασφαλείας που κυριαρχούνται από τους Ενωτικούς όσο και τα στρατεύματα και οι δυνάμεις ασφαλείας της Αγγλίας που σταθμεύουν και δρουν στην Επαρχία.

Το θέμα της ασφάλειας χρησιμοποιείται ως αιχμή από τους αντιπάλους της Συμφωνίας που επικεντρώνουν τις επιθέσεις τους στο θέμα του αφοπλισμού του IRA και μόνο. Η οδός ναρκοθετημένη πανταχόθεν. Και οι κρατούμενοι περιμένουν κι αυτοί να βγουν από τις φυλακές.

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΒΟΥΛΗΣΗ

Την πολιτική συγκυρία επηρεάζει εμφανούς και η έλευση της λεγάμενης «εποχής των παρελάσεων». Πρόκειται για πομπώδεις και προκλητικές επιδείξεις δυνάμεως, κυρίως εκ μέρους των Ενωτιστών, που «εορτάζοντας» διάφορες ιστορικές επετείους ήττας των Καθολικών θέλουν να υπομνήσουν τους ακατάλυτους δεσμούς με το βρετανικό Στέμμα. Ο κίνδυνος προγραμματισμένων προκλήσεων είναι κι εδώ μεγάλος με την υποδαύλιση των διαφορών παρά τη συσπείρωση στο πνεύμα της συμφιλίωσης.

Διερωτάται κανείς αν με τόσα προβλήματα και κινδύνους και με τόσο πολύπλοκους συνταγματικούς θεσμούς είναι πολιτικά δυνατό η Συμφωνία όχι μόνο να αρχίσει να εφαρμόζεται αλλά και να δημιουργήσει σταθερά ένα ειρηνικό πλαίσιο πολιτικής συνεργασίας, επίλυσης των διαφορών αλλά και αποτελεσματικής διακυβέρνησης. Και. η απάντηση, χωρίς να είναι εύκολη, είναι εν τούτοις απλή. Εναπόκειται στην πολιτική βούληση κυρίως των ηγετών, διότι πασιφανής είναι η επιθυμία του λαού, πέρα από τα τραύματα και τις ιστορικές και πρόσφατες μνήμες, να συμβιώσει ειρηνικά και να χτίσει το μέλλον των παιδιών του προσβλέποντας στην πρόοδο και την ευημερία, στον πλήρη αμοιβαίο σεβασμό των άλλων, στις ισότιμες ευκαιρίες και τα δημοκρατικά δικαιώματα.

Αυτή η έννοια της πολιτικής βούλησης όλων των μερών έχει ιδιαίτερη βαρύτητα κατ’ εξοχήν σε εύθραυστες καταστάσεις. Και μπορεί μεν να φαίνεται ασαφής και. ομιχλώδης δεν παύει όμως να αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο των επόμενων βημάτων. Διότι η πρακτική έκφρασή της καταδεικνύει τελικά τις προθέσεις και τους στόχους. Κι ενώ λειτουργεί εντός αντικειμενικών συνθηκών και συγκεκριμένων παραμέτρων που πολλές φορές δεν είναι δυνατόν να υπερβεί, δεν παύει όμως να αποτελεί και κινητήριο μοχλό μεταβολής και των αντικειμενικών συνθηκών και των πολιτικών διαθέσεων του λαού.

Ο «ιστορικός συμβιβασμός», διότι περί αυτού πρόκειται, επετεύχθη. Τα πρώτα βήματα έγιναν και δημιουργούν την ελπίδα ότι ένα καινούργιο κεφάλαιο άνοιξε πλέον στην πολυτάραχη ιστορία του ιρλανδικού λαού κι ότι ο δρόμος αυτός δεν έχει επιστροφή.