Οι βλαβερές συνέπειες της εθνικής τυφλώσεως

Γιάννης Ν. Γιανουλόπουλος

Η ευγενής μας τύφλωσις…
Εξωτερική Πολιτική και «Εθνικά Θέματα» από την ήττα τον 1897 έως τη Μικρασιατική Καταστροφή

Βιβλιόραμα, Αθήνα 1999

Ως «διόλου αθώα γλωσσική διατύπωση» χαρακτηρίζει ο Γιάννης Γιανουλόπουλος τα περίφημα ή μάλλον διαβόητα «εθνικά θέματα» που ευλογιάς τοποθετεί εντός εισαγωγικών εφ’ όσον κατ’ ουσίαν πρόκειται για προβλήματα εξωτερικής πολιτικής, άμυνας και ασφάλειας. Ίσως αυτή η «ευδιάκριτη σταθερά» της ελληνικής ιστορίας του 19ου και του 20ου αιώνα να οφείλεται, εν μέρει τουλάχιστον, στις ιδεολογικές φορτίσεις του ελληνικού αλυτρωτισμού και στις ανάγκες σφυρηλάτησης μιας αβέβαιης και ανασφαλούς εθνικής ταυτότητας. Όπως και νά ‘χουν όμως τα πράγματα, ως πολιτικο-ιδεολογικό μόρφωμα η κατασκευή αυτή δεν έπαψε ακόμη και μέχρι σήμερα να αποτελεί τρόπον τι- νά το υποκατάστατο πραγματικών κριτηρίων για τη μέτρηση της φιλοπατρίας, του βαθμού ένταξης και αφοσίωσης στο πολιτειακό και εθνικό σύνολο.

Δεν πρόκειται για θέμα εθνοπρεπούς αβροφροσύνης και συμβατικής ονοματοδοσίας. Η ιδεολογικο-πολιτική βαρύτητα του όρου μάς καταδιώκει ακόμη και σήμερα: αρκεί να καλύψει κανείς ένα θέμα με τον πέπλο του «εθνικού ζητήματος» για να κατοικήσει «αυτοδικαίως» στα υψηλά ηθικά δώματα και να μπορεί, χειροκροτούμενος από τα πλήθη, να εξοστρακίζει τους όιαφωνούντες ως «αντεθνικούς», «ενδοτικούς» και τα συναφή.

Γι’ αυτό το βιβλίο φέρει, πέραν των άλλων, μέγιστη απομυθοποιητική και αποκαθηλωτική αξία, υπονομεύοντας συνάμα, με την εξονυχιστική έρευνα των ιστορικών δεδομένων και την ορθολογική ερμηνεία, τις συνωμοτικές αντιλήψεις περί των ιστορικών γεγονότων, σύνηθες επικαλούμενο άλλοθι για τη συγκάλυψη ιθαγενών και μόνο τραγικών λαθών και ευθυνών.

Χωρισμένο σε δύο Μέρη, το βιβλίο διαπραγματεύεται τον καταστροφικό ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 και την ακόμη πιο ολέθρια Μικρασιατική καταστροφή του 1922.

Εύλογα μπορούμε να παραπέμψουμε στον τίτλο του βιβλίου για την αναζήτηση του κρίσιμου παράγοντα που οδήγησε στις ανωτέρω τραγωδίες, τίτλο που ο συγγραφέας δανείζεται από δημοσίευμα της εφημερίδας Σάλπιγξ της Λεμεσού (14.6.1897), η οποία ούτε λίγο ούτε πολύ κατηγορούσε την «επορνευθείσα υπό του συμφέροντος Ευρώπη» (έναντι της πρόδηλης και εξ ορισμού άσπιλης, αθώας και μη κατεχόμενης από το ποταπόν κίνητρον του βρωμερού συμφέροντος Ελλάδος) που δεν επενέβη εγκαίρως για να υποχρεώσει την Ελλάδα να αλλάξει πολιτική (!) ενώ (η άθλια) έβλεπε καθαρά «που θα έφερεν το Ελληνικόν Έθνος η ευγενής τον τύφλωσις».

Ο Γιανουλόπουλος δεν είναι καθόλου φειδωλός στη χρήση κοσμητικών επιθέτων και για τον χαρακτηρισμό των πολιτικών της εποχής και για τη συμπεριφορά ατόμων και ομάδων υπεύθυνων για τη δημιουργία του κλίματος, του σκηνικού εντός του οποίου ελήφθησαν οι πολιτικές αποφάσεις και διαδραματίστηκαν τα καταστροφικά γεγονότα.

Σφριγηλή και ρέουσα αφήγηση, υποδόρια αγγλο-σαξονική ειρωνεία -διακριτικό γνώρισμα της υφολογικής γραφής του συγγραφέα- και σκόπιμα εκτεταμένες υποσημειώσεις για τους αναγνώστες που θα ήθελαν να προστρέξουν σε πηγές αναφοράς και ολοκληρωμένη τεκμηρίωση καθιστούν το βιβλίο εξαιρετικά πολύτιμο. Θα τολμούσα δε να πω και διδακτικό, εάν δεν ασπαζόμουν τη ρήση ότι το μόνο που διδάσκει η ιστορία είναι ότι δεν διδάσκει τίποτα, με μια αναγκαία, όμως, προσθήκη: όταν τα υποκείμενά της (οι ατομικοί και συλλογικοί φορείς δράσης) είναι απρόθυμα να διδαχτούν για διάφορους λόγους.

Δεν είναι και τόσο μακρινά τα γεγονότα τα σχετικά με το «Μακεδονικό», την υπόθεση Οτσαλάν, τον πόλεμο στο Κοσσυφοπέδιο ή την επίσκεψη του προέδρου Κλίντον στην Αθήνα με τον παροξυσμό και την υστερία που προκάλεσαν. Αλλά, εάν οι κυβερνώσες ελίτ υποτίθεται πως κάτι «έμαθαν», ο λαός; Να έχουν εκλείψει άραγε σήμερα οι «νευροπαθείς ψευδοπατριώτες», ο «παραληρηματικός λόγος», η «αυτοφυής πατριδοκαπηλεία και πατριδορητορεία», οι «ημιμαθείς και επιπόλαιοι ψιττακοί»;