Πέντε σημαντικοί λόγοι για τους οποίους μπορεί να αισιοδοξούμε για την εποχή που διαμορφώνεται
FRED HALLIDAY
The World at 2000, Perils and Promises
«PALGRAVE», ΣΕΛ. 170
Είναι τελείως ανεύθυνο να καταγγέλλεται και να απορρίπτεται το παρόν στο όνομα ενός ιδανικού το οποίο δεν είναι εφικτό ούτε τώρα ούτε σε κάποιο εύλογο μέλλον κι ακόμη χειρότερα να επιδιώκει την πραγμάτωση του στο όνομα της Ιστορίας
O καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στη Σχολή Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών του Λονδίνου Fred Halliday στο μικρό σχετικά αλλά περιεκτικότατο βιβλίο του (σειρά δημόσιων διαλέξεων) διερευνά με κριτικό και ορθολογικό λόγο τα «μεγάλα» θέματα και προβλήματα των διεθνών σχέσεων, καθώς ένας κόσμος με πάνω από 6 δισ. κατοίκους, 195 διαφορετικά κράτη και 10.000 ομιλούμενες γλώσσες εισέρχεται, συμβολικά τουλάχιστον, σε ένα νέο αιώνα.
Είναι γνωστά τα μεθοδολογικά προβλήματα που εμπλέκονται στις απόπειρες ιστορικής πρόγνωσης, στη σκιαγράφηση του περιγράμματος και του σχήματος των μελλοντικών εποχών κατά τρόπο που να επισημαίνονται τόσο οι κινητήριες δυνάμεις όσο και οι αντίρροπες τάσεις ενός δυναμικού προτύπου ιστορικής εξέλιξης κρατών και κοινωνιών. Διότι η Ιστορία δεν παύει να δημιουργεί εκπλήξεις μολονότι ο κόσμος ούτε εξ ολοκλήρου στατικός είναι ούτε εξ ολοκλήρου καινούργιος. Πολλές προβλέψεις, όπως ο «θάνατος» της θρησκείας ή του κράτους, δεν επαληθεύτηκαν, ενώ άλλες, όπως η κατάρρευση των χωρών του «υπαρκτού σοσιαλισμού», απλώς ουδέποτε διατυπώθηκαν. Ένα σημαντικό και πολύκροτο βιβλίο του Paul Kennedy που εκδόθηκε μόλις πριν από δέκα χρόνια «προέβλεπε» την αποδυνάμωση της αμερικανικής ισχύος, θύμα του συνδρόμου της παρακμής και πτώσης αυτοκρατοριών λόγω υπερεπέκτασής τους. Σήμερα οι πάντες ασχολούνται με τη μοναδική υπερδύναμη και τα συναφή.
Σε έναν κόσμο προδήλως μεταβατικό, ο συγγραφέας παραθέτει πέντε σημαντικούς λόγους στη βάση των οποίων μπορεί κανείς να αισιοδοξεί για την εποχή που διαμορφώνεται. Ο πρώτος σχετίζεται με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, το 1991, που επί του παρόντος έχει εξαλείψει τη σκιά της παγκόσμιας στρατηγικής αντιπαράθεσης και το συνακόλουθο κίνδυνο του πυρηνικού ολοκαυτώματος. Ο δεύτερος αφορά την ανάπτυξη εκτεταμένου και ευρύτατου δικτύου διακρατικής συνεργασίας με πιο απτό παράδειγμα την Ευρωπαϊκή Ένωση. Το διεθνές σύστημα γίνεται λιγότερο αναρχικό και ανταγωνιστικό. Ο τρίτος εντοπίζεται στην αναμφισβήτητη και άνευ προηγουμένου οικονομική μεγέθυνση που σημειώθηκε στο δεύτερο ήμισυ του περασμένου αιώνα (το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 9 φορές, το μέσο κατά κεφαλήν εισόδημα κατά 3 κ.τ.λ.). Ο τέταρτος υπογραμμίζει το γεγονός της απάλειψης της θεμελιακής ιδεολογικής διαίρεσης του κόσμου, ενώ ο πέμπτος επισημαίνει την οφθαλμοφανή εκπληκτική πρόοδο της επιστήμης και τεχνολογίας με την έλευση της εποχής της βιολογίας που υπόσχεται πολλά για το μέλλον του ανθρώπου. Στον αντίποδα συγκαταλέγονται η πιθανότητα σύγκρουσης περιφερειακών πυρηνικών δυνάμεων, οι κίνδυνοι από το αυξανόμενο χάσμα ισχύος μεταξύ κρατών και λαών και από καταστροφικές δυνάμεις όπως οι εθνοτικές συγκρούσεις και οι οικονομικές ανισότητες, η εξάπλωση της παράνομης εμπορίας όπλων και ναρκωτικών, η κακομεταχείριση ίου περιβάλλοντος και οι κίνδυνοι για τη δημόσια υγεία και τελικά η κακή χρήση της επιστήμης τόσο από τα κράτη όσο και από τα ιδιωτικά συμφέροντα.
Οι προκλήσεις
Ο Halliday διαπραγματεύεται μια σειρά από δέματα που κυριαρχούν στις σύγχρονες συζητήσεις των ιστορικών και των θεωρητικών των διεθνών σχέσεων και που σχετίζονται με τις πηγές και τις αιτίες των συγκρούσεων, το φαινόμενο του πολέμου, το ρόλο του πολιτισμού, την παγκοσμιοποίηση και τις επιπτώσεις της στις πολιτικές μορφές, τη σημασία των αλλαγών που έχουν επέλθει στις διακρατικές σχέσεις και το διεθνές σύστημα. Και μόνο η άποψη του Samuel Huntington περί «σύγκρουσης των πολιτισμών» δίνει στο συγγραφέα την αφορμή να διατυπώσει όχι μόνο τις επικρίσεις του αλλά και σημαντικές παρατηρήσεις για το ρόλο της έμφασης που δίνεται στις πολιτισμικές διαφορετικότητες, στη συγκάλυψη της πραγματικότητας πιο υλικών μορφών ισχύος, πηγή και αντικείμενο ενδοκρατικών και διακρατικών συγκρούσεων.
Δεν είναι δυνατόν να μεταφερθούν εδώ, έστω και κατά τρόπο στοιχειώδη, οι απόψεις του Halliday σε όλα τα επίμαχα θέματα, θα άξιζε όμως να υπογραμμιστούν ορισμένες παρατηρήσεις του για τις μεγάλες προκλήσεις του νέου αιώνα: τις δυνατότητες εμπέδωσης ενός κόσμου πιο ειρηνικού, την ανισότητα και το εύθραυστο της δημοκρατίας. Πιστεύει ότι η εμπέδωση της ειρήνης είναι συνάρτηση της ευρύτερης διάχυσης της οικονομικής ευημερίας και της πολιτικής δημοκρατίας. Υποστηρίζει ότι ο μέγιστος παράγοντας αβεβαιότητας και ανασφάλειας για την παγκόσμια οικονομία προέρχεται από την αυξανόμενη ανισότητα, όποια μέθοδο μέτρησης κι αν υιοθετήσει κανείς. Πρόκειται για μια «ιστορική τάση» τη στιγμή που ο λόγος της εισοδηματικής ανισότητας μεταξύ του πλουσιότερου και του φτωχότερου πέμπτου του παγκόσμιου πληθυσμού από 3:1 που υπολογίστηκε για το 1820, έφτασε στο 86:1 στα τέλη του περασμένου αιώνα. Τα στοιχεία αφθονούν για το διευρυνόμενο χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών. Η πρόκληση της ανισότητας παραμένει ακόμη αναπάντητη και την ευθύνη για την αντιμετώπισή της πρέπει βασικά να την επωμιστεί το κράτος, διότι η αγορά αδυνατεί να επιλύσει τέτοια προβλήματα και η σύγχρονη παγκοσμιοποίηση παράγει και αναπαράγει τις δικές της ανισότητες. Τέλος, η επέκταση και εμπέδωση της δημοκρατίας αποτελεί τον τρίτο αναγκαίο όρο για την ειρήνη. Αποτελεί όμως νεωτεριστική αυταπάτη η αντίληψη ότι οι πολιτικές κατακτήσεις παραμένουν διαρκείς. Οι πολιτικές μορφές ουδέποτε είναι στατικές, μαραίνονται και φθίνουν εάν δεν ανανεώνονται.
Αναφορικά με το ρόλο της Αμερικής, ο συγγραφέας πιστεύει ότι στη σχετική συζήτηση συνήθως δεν λαμβάνονται υπόψη οι παραδόσεις που αντιπαλεύουν στο εσωτερικό της και τα πολλαπλά κέντρα διαμόρφωσης της εξωτερικής της πολιτικής, ότι η παγκόσμια ισχύς της έχει όρια και ότι, ενώ ο νέος αιώνας είναι αδύνατο να διαμορφωθεί χωρίς αυτήν, δεν πρέπει να διαμορφωθεί σύμφωνα με τους δικούς της όρους.
Οι φορείς της αλλαγής
Ο Halliday πιστεύει ότι η Ιστορία διδάσκει ένα και μοναδικό μάθημα: την ανάγκη να μη χάνονται από την προοπτική οι δυνατότητες συνειδητής ανθρώπινης δράσης, την ανάγκη δηλαδή του φορέα δράσης όπως αυτός διαμεσολαβείται σήμερα στο δημοκρατικό κράτος. Αντίπαλος κάθε μορφής ιστορικού ντετερμινισμού ή κάποιων αναλλοίωτων καθοριστικών παραγόντων της ανθρώπινης συμπεριφοράς-το κλίμα, η κοινωνική τάξη, το φύλο, η φυλή- και κάθε φαταλισμού που σήμερα συνδέεται με τα νέα φετίχ της αγοράς, του microchip ή του γονιδιώματος υπερασπίζει την ανθρώπινη επιλογή στα ηθικά και πραγματικά προβλήματα ως βάση της ελευθερίας και της δημοκρατίας, πιστεύοντας ότι ο κόσμος του εικοστού πρώτου αιώνα δεν θα διαμορφωθεί από κάποια απρόσωπη «Ιστορία», πεπρωμένο, δομές ή επιστήμη, αλλά από τη συνειδητή, υπεύθυνη και οργανωμένη δράση.
Γι’ αυτό και είναι ένθερμος οπαδός της εξάπλωσης των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων, την οικουμενικότητα των οποίων υποστηρίζει έναντι του σκεπτικισμού και σχετικισμού τόσο της Αριστεράς όσο και της Δεξιάς.
Τελικά, ο Halliday έχει απόλυτη επίγνωση ότι οι κοινωνίες όπως και τα άτομα έχουν ανάγκη από ουτοπίες, από «δημιουργικά όνειρα». Σήμερα ο κόσμος στερείται ενός ριζοσπαστικού οράματος με μεγάλη διάδοση και επιρροή για μια εναλλακτική κοινωνία του μέλλοντος. Ωστόσο, η ανάγκη κάθε γενιά να θέτει στόχους που δεν μπορεί να επιτύχει παραμένει. Αλλά η ανάγκη αυτή συνεπάγεται και την ευθύνη προβολής εκείνων των εναλλακτικών λύσεων και των απορρίψεων που απελευθερώνουν την ανθρωπότητα και όχι εκείνων που τη βυθίζουν από ένα παρόν όπου δεν αισθάνεται κανείς ευτυχής, σε ένα μέλλον που φέρει ακόμη μεγαλύτερη δυστυχία. Η εμπειρία όσων αφελώς υπέστησαν την αέναη «μετάβαση» στην κομμουνιστική ουτοπία αποτελεί ένα γερό ιστορικό μάθημα. Είναι τελείως ανεύθυνο να καταγγέλλεται και να απορρίπτεται το παρόν στο όνομα ενός ιδανικού το οποίο δεν είναι εφικτό ούτε τώρα ούτε σε κάποιο εύλογο μέλλον κι ακόμη χειρότερα να επιδιώκει την πραγμάτωσή του στο όνομα της Ιστορίας και κάποιου εναλλακτικού πολιτικού προτάγματος που η ίδια η Ιστορία, στην καλύτερη περίπτωση, έχει δείξει πόσο μάταιο ήταν.
Η ευθύνη της κριτικής του παρόντος πρέπει να συνδυάζεται με την ευθύνη της εύλογης εναλλακτικής λύσης. Χρειάζεται να σκεφτούμε ένα μέλλον που να υπερβαίνει τις σημερινές συμβάσεις και κοινοτοπίες των εξουσιαστών, μέλλον που να παραμένει όμως μέσα στο βασίλειο του εφικτού. Υπάρχει έντονη η ανάγκη να «οραματιστούμε» έναν κόσμο ο οποίος να είναι σε θέση να αντιμετωπίσει δραστικά και αποτελεσματικά τις υποκείμενες αιτίες του σημερινού άνισου κόσμου. Είναι απατηλή και παραπλανητική η σύγχρονη εικόνα ενός κόσμου όπου όλα βαίνουν ομαλά και όλα κατακτήθηκαν με ανώδυνο τρόπο. Η βία του παρελθόντος -πόλεμοι και επαναστάσεις- διαμόρφωσαν το παρόν, αλλά και έδειξαν ότι τα δικαιώματα δεν έπεσαν από τον ουρανό, ούτε χαρίστηκαν από τους ισχυρούς. Κατακτήθηκαν. Βρισκόμαστε σήμερα εδώ, στον αναπτυγμένο και ευημερούντα κόσμο της Δύσης, μέσα από μια πορεία διαδοχικών προκλήσεων. Δεν πρέπει να ξεχνάμε την προέλευσή τους ούτε, κατ’ επέκταση, τα θέματα της ημερήσιας διάταξης που δεν έχουν ακόμη λυθεί.
Στις διεθνείς σχέσεις χρειάζεται τόσο ρεαλισμός όσο και κριτική στάση έναντι όσων θεωρούν τη σημερινή τάξη πραγμάτων διαρκή και νομιμοποιημένη. Η πρόκληση έγκειται ακριβώς στο συνδυασμό ρεαλισμού και προβολής εφικτών εναλλακτικών λύσεων.
Πρόκειται για ένα εξαιρετικά στοχαστικό και περιεκτικό βιβλίο που μπορεί να μην υποστηρίζεται από άφθονα εμπειρικά δεδομένα και να μην έχει τη μορφή συγκροτημένης μελέτης και αυστηρής θεωρητικής αντιμετώπισης των διεθνών προβλημάτων, σύμφωνα με τις διάφορες σχολές του αντικειμένου των διεθνών σχέσεων. Αλλά τα επιχειρήματα θεωρητικής και πρακτικής φύσης παραμένουν ισχυρά και θεμελιωμένα σε μια ευρύτερη θεώρηση της Ιστορίας, των διεθνών σχέσεων και της εξέλιξης των κοινωνιών, συνδυάζοντας τα πλεονεκτήματα μιας διεπιστημονικής προσέγγισης που τελικά αναδεικνύει σε πρωταγωνιστικό ρόλο όχι μόνο τα κράτη με τις επιδιώξεις τους στο διεθνές σύστημα, αλλά και τη συνειδητή πολιτική δράση με συγκεκριμένους εφικτούς στόχους οι οποίοι πρέπει να εμπνέονται από ένα όραμα μιας μελλοντικής κοινωνίας πιο ίσης και δίκαιης από τη σημερινή. Πρόκειται για μια αντίληψη και σύλληψη των διεθνών σχέσεων που δύσκολα συναντά κανείς στους καθ’ εαυτούς θεράποντες του πεδίου αυτού ως διπλωματία, γεωπολιτική ή σχέσεις κρατικής ισχύος.