Η παρακμή της Ευρώπης

Μια διαδικασία που επέρχεται με τι βεβαιότητα φυσικού φαινο μένου

WALTER LAQUEUR

The last days of Europe: Epitaph for an Old Continent

«St. Martin’s Press, NY», $ 17,13

Η συζήτησή για την παρακμή της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας κράτησε αιώνες και ακόμα συνεχίζεται. Η συζήτηση για την παρακμή της αμερικανικής αυτοκρατορίας έχει αρχίσει εδώ και μερικά χρόνια, και σίγουρα θα συνεχιστεί στις επόμενες δεκαετίες. Η συζήτηση για την παρακμή της Ευρώπης, της «γηραιός Ευρώπης» -όρος που κατά τον Laqueur περιλαμβάνει τη σημερινή Ρωσία και όλες τις χώρες δυτικά από τα Ουράλια- φαίνεται μόλις να έχει αρχίσει. Παρακμή συγκεκριμένα της Ευρώπης, όχι γενικά της Λύσης.

«Κυρίες και κύριοι, επισκέπτεστε το σκηνικό ενός υψηλά αναπτυγμένου πολιτισμού, που κάποτε ηγείτο του κόσμου. Μας έδωσε τον Σέξπιρ, τον Μπετόβεν και πολλά άλλα εξαιρετικά πράγματα…», εξηγεί ο ξεναγός προς εύπορη ομάδα τουριστών, πιθανότατα από την Κίνα και την Ινδία. Μια Ευρώπη ξεναγών, γονδολιέρηδων και διερμηνέων, ένα θεματικό πάρκο, κάτι σαν Ντίσνεϊλαντ, ένα μουσείο της παγκόσμιας ιστορίας και του παγκόσμιου πολιτισμού, που κηρύσσει τη σημασία της ηθικής στις διεθνείς υποθέσεις σε ένα ανύπαρκτο ακροατήριο – κάπως έτσι σκιαγραφεί ο Laqueur την Ευρώπη του μέλλο­ντος. Ευφάνταστο σενάριο; Όχι ακριβώς, υποστηρίζει ο συγγραφέας. Είναι, μάλιστα, πολύ πιθανό – ή τουλάχι­στον δεν μπορεί να αποκλειστεί. Βέβαια, κατά κάποι­ον τρόπο, η ανατριχιαστική φράση «τελευταίες μέρες» δεν είναι παρά… ένα σχήμα λόγου. Ωστόσο, η παρακ­μή της Ευρώπης επέρχεται με τη βεβαιότητα φυσικού φαινομένου, η διαδικασία δεν είναι αναστρέψιμη και το μόνο που απομένει είναι να συζητήσει κανείς ποιες ακριβώς από τις παραδόσεις και τις αξίες της ηπείρου μπορούν να διασωθούν. Η εποχή της αυταπάτης τελεί­ωσε, το αναπόφευκτο ως νομοτελειακή πορεία, είναι θέμα χρόνου. Ο Αμερικανός ιστορικός είναι κατηγορη­ματικός.

Η εικόνα αυτή της σταδιακής παρακμής έρχεται βέ­βαια σε πλήρη αντίθεση με μια σειρά από έργα γνω­στών Αμερικανών και Ευρωπαίων συγγραφέων, που ό­χι μόνο εκφράζουν την εμπιστοσύνη και την αισιοδοξία ιούς για τη μελλοντική πορεία της Ε.Ε., αλλά φτά­νουν μέχρι του σημείου να υποστηρίξουν ότι ο 21ος αι­ώνας ανήκει στην Ευρώπη, Τα όνειρα και οι ονειρο­πολήσεις για την Ευρώπη -το όραμα μιας ενωμένης, πολιτικά και οικονομικά ισχυρής, Ευρώπης «υπερδύναμης»- δεν είναι για τον Laqueur παρά μια χίμαιρα, μια αυταπάτη.

Σε ποιους παράγοντες, σε ποιες τάσεις στηρίζει ο συγ­γραφέας τις τόσο δυσοίωνες προβλέψεις του; Ας ξεχω­ρίσουμε τις πιο σημαντικές.

Δημογραφία και μετανάστευση

Ο πληθυσμός της ηπείρου συρρικνώνεται διαρκώς. Η υπογεννητικότητα δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί, ούτε και η φυσική αναπλήρωση του πληθυσμού. Το 1900, σε πα­γκόσμιο πληθυσμό 1,7 δισ., ένας στους τέσσερις κατοι­κούσε στην Ευρώπη, της ο­ποίας ο πληθυσμός ήταν ε­ξαπλάσιος των ΗΠΑ. Το 2100, το ποσοστό της Ευρώ­πης, στο σύνολο του παγκό­σμιου, θα ανέρχεται μόλις στο 4-5%. Η Υεμένη θα είναι μεγαλύτερη από τη Ρωσία, η Ιταλία θα έχει πληθυσμό μό­λις 15 εκ. από 57 σήμερα, η Γερμανία 32 εκ. από 82, η Ισπανία 12 από 39 και ούτω καθεξής. Το 2300, σύμφωνα με προβλέψεις των Ηνω­μένων Εθνών, ο πληθυσμός της Ευρώπης θα ανέρχεται μόλις σε 59 εκ. Πέραν τούτου, η μέση ηλικία σήμερα στην Ευρώπη είναι 37 έτη έναντι 35 στις ΗΠΑ, ενώ το 2050 υπολογίζεται ότι θα είναι 53 και 36, αντίστοιχα. Ο πληθυσμός, χάρη στο επίπεδο ζωής, τις προόδους της τεχνολογίας και της Ιατρικής, γηράσκει. Σε πολύ σύ­ντομο χρονικό διάστημα, το ποσοστό των ηλικίας άνω των 60 ετών, για πρώτη φορά, θα υπερβαίνει αυτό των κάτω από 20. Μία από τις συνέπειες: αν υποτεθεί ότι θα χρειάζονται ακόμη στρατοί, από ποιες ηλικίες θα α­ντλούν;

Από την άλλη μεριά, η γεννητικότητα των μετανα­στών -νομίμων και λαθραίων- είναι υψηλότερη αλλά ανεπαρκής για τη φυσική αναπλήρωση του πληθυ­σμού, με ελάχιστες εξαιρέσεις, που κι αυτές σύντομα θα εκλείψουν. Το σημαντικότερο είναι ότι σε πολλές πόλεις της Ευρώπης η πληθυσμιακή σύνθεση αλλάζει ραγδαία. Οι πολιτιστικές, κοινωνικές και πολιτικές συνέπειες είναι συνταρακτικές.

Οι αλλαγές είναι ιδιαίτερα θεαματικές εκεί όπου το μουσουλμανικό στοιχείο είναι κυρίαρχο – παρά τις θρησκευτικές και εθνωτικές διαφορές μεταξύ των μουσουλμάνων της Ευρώπης. Η στιγμή κατά την οποία το μουσουλμανικό στοιχείο θα είναι πλειοψηφία σε πολλές πόλεις της Ευρώπης δεν ανήκει στο απώτερο μέλλον. Ήδη, στο Μπέρμιγχαμ της Αγγλίας τα τεμένη είναι περισσότερα από τις χριστιανικές εκκλησίες, ενώ στη Γαλλία σήμερα υπερβαίνουν τα 2.000 (το 1980 ήταν 200). Η ανέγερση τεμενών μεγάλης «ορατότητας» δημιουργεί πάντα σοβαρές διαμάχες. Πρόσφατο χαρακτηριστικό παράδειγμα η Κολονία, για να μην αναφέρουμε τις περιπέτειες της ανέγερσης τεμένους στην Ελλάδα.

Ο συγγραφέας διαπιστώνει ότι για διάφορους λόγους και παρά τις προσπάθειες των κυβερνήσεων, ο βαθμός ενσωμάτωσης των μουσουλμανικών κοινοτήτων στην ευρωπαϊκή κοινωνία είναι μικρός. Τόσο το βρετανικό πολυπολιτισμικό πρότυπο όσο και το γαλλικό της ενσωμάτωσης και αφομοίωσης έχουν προφανώς αποτύχει. Ο πολιτισμικός και ηθικός σχετικισμός δίνουν τη χαριστική βολή σε μια κοινωνία που δεν έχει προσανατολισμό (στη Βρετανία, π.χ., η δημιουργία εθνικής ταυτότητας έπαψε να αποτελεί στόχο του εκπαιδευτικού συστήματος). Λαμβάνοντας υπόψη τη σημερινή κατάσταση, το γεγονός ότι οι φιλελεύθερες και εκκοσμικευμένες δυνάμεις εντός του ευρωπαϊκού Ισλάμ -καθώς και κάποια μεσαία τάξη που έχει δημιουργηθεί- είναι εξαιρετικά αδύναμες και εύθραυστες ώστε να αποτελέσουν μια αξιόπιστη ηγετική δύναμη, επισείει το φάσμα της ισλαμοποίησης της Ευρώπης, καθώς ισχυρές και πλειοψηφικές μουσουλμανικές κοινότητες σε ορισμένα μέρη θα επιδιώξουν την εφαρμογή της σαρία (του θρησκευτικού νόμου των μουσουλμάνων), καθώς και την πολιτική αυτονομία και απόσχισή τους, οδηγώντας τα πράγματα σε μια κατάσταση που αποκαλεί «αυτόνομες περιοχές με δύο εθνικότητες».

Άλλοι παράγοντες

Ο Laqueur επιστρατεύει κι άλλους παράγοντες στην επιχειρηματολογία του, όπως τους ρυθμούς της οικονομικής αύξησης της Ε.Ε., τους κλυδωνισμούς που δέχεται το «κοινωνικό μοντέλο» της Ευρώπης, την αδυναμία της Ε.Ε. να χαράξει μια κοινή εξωτερική πολιτική, να μεταβληθεί σε μια παγκόσμια δύναμη και να πραγματώσει το όραμα της Ενωμένης Ευρώπης. Όσο για τη Ρωσία, υποστηρίζει ότι η σημερινή ανοδική της ισχύ -χάρη στην ενεργειακή της δύναμη- δεν αποτελεί παρά «απατηλό χάραμα», μια και η πληθυσμιακή της συρρίκνωση οδηγεί και την ίδια σε παρακμή.

Επιμύθιο

Είναι φανερό πως η ανάλυσή του οδηγεί σε μια Ευρώπη σε φθίνουσα πορεία, σε σταδιακή παρακμή, με μαθηματική απόληξη την περιθωριοποίησή της. Κατά συνέπεια, το υπαρξιακό πρόβλημά της είναι εξαιρετικά σοβαρό, αλλά δεν βλέπει αντίρροπες τάσεις που θα μπορούσαν να ανατρέψουν ή να αναστρέψουν το φαινόμενο. Ωστόσο, τα συμπεράσματά του είναι σχοινοτενή και ντετερμινιστικά. Εκφράζουν περισσότερο την αγωνία ορισμένων αμερικανικών κύκλων, και κυρίως του συγγραφέα της «σύγκρουσης των πολιτισμών», για το μέλλον της αμερικανικής ταυτότητας, όπως τη γνωρίζουμε μέχρι σήμερα, λόγω του μεταναστευτικού ρεύματος ισπανόφωνων, παρά τα σημερινά προβλήματα της Ευρώπης – υπαρκτά μεν, αλλά επί του παρόντος όχι τόσο θανάσιμα επικίνδυνα, όπως νομίζει. Ασφαλώς, η υπαρξιακή αγωνία της Ευρώπης εκδηλώνεται στη συζήτηση για την ταυτότητα και τα σύνορά της, και ασφαλώς ο λαϊκισμός ορισμένων πολιτικών δυνάμεων κινδυνολογεί και παραπλανεί. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί κανείς να συζητήσει με σοβαρότητα υπαρκτά προβλήματα και να επιδιώξει λύσεις που δεν οδηγούν αναγκαστικά στον γκρεμό. Είναι βέβαιο ότι η άνοδος των ασιατικών δυνάμεων, τόσο από οικονομική όσο και από πολιτική-στρατιωτική άποψη, θα επιφέρει μια άλλη ισορροπία στο διεθνές σύστημα και θα αναδιατάξει τη σχετική θέση ισχύος των. Η Ευρώπη μπορεί να προετοιμαστεί κατάλληλα ώστε στη νέα αυτή ισορροπία να κατέχει μια αξιοζήλευτη πολιτική, οικονομική, κοινωνική, πολιτιστική και ηθική θέση.

Αρκεί να το συνειδητοποιήσει και να το θελήσει.

Τα εφιαλτικά σενάρια -ορθολογικές ή φαντασιακές προβολές υπαρκτών τάσεων στο άμεσο ή απώτερο μέλλον- μας προσφέρουν, χωρίς ίσως να το επιδιώκουν, μια ανεκτίμητη υπηρεσία, στον βαθμό που εμείς, ως αποδέκτες τους, διαθέτουμε πράγματι την πολιτική σωφροσύνη και κουλτούρα, καθώς και την αποφασιστικότητά, να αρθούμε στο ύψος των περιστάσεων και να επιδιώξουμε συλλογικά τις καλύτερες δυνατές λύσεις.

Τελικά, ο Laqueur, θέλοντας προδήλως να μας προσγειώσει σε μια «πραγματικότητα» όπως την αντιλαμβάνεται ο ίδιος, μας εφιστά την προσοχή να μην υποτιμούμε ποτέ τη δύναμη των «ευσεβών πόθων», αλλά προφανώς λησμονεί ότι το ίδιο ισχύει και για τον ίδιο.