ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΚΩΦΟΣ
Η ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΤΟ ΑΝΑΤΟΛΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ, 1875-1881: Από τις επαναστάσεις Βοσνίας- Ερζεγοβίνης στην ενσωμάτωση της Θεσσαλίας
«ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ», ΣΕΛ. 294, ΕΥΡΩ 17
Το βιβλίο του ιστορικού Ευάγγελου Κωφού αποτελεί απόδοση στα ελληνικά, με τις αναγκαίες βέβαια βιβλιογραφικές και άλλες προσθήκες και βελτιώσεις, της βραβευμένης από την Ακαδημία Αθηνών μελέτης του Greece and the Eastern Crisis, 1875-1878, που εκδόθηκε πριν από 25 και πλέον χρόνια (1975).
Οι συνταρακτικές αλλαγές που συντελέστηκαν στα Βαλκάνια την περασμένη δεκαετία (οι οποίες ίσως «δικαίωσαν» κατά τραγικό τρόπο τα στερεότυπα περί πυριτιδαποθήκης και «βαλκανιοποίησης» του γεωγραφικού αυτού χώρου) και μετέβαλαν εκ νέου τον πολιτικό χάρτη της περιοχής μετά την παγίωση συνόρων και καθεστώτων που διαμόρφωσαν οι μεταπολεμικές διευθετήσεις, καθιστούν το βιβλίο άκρως επίκαιρο και πολύτιμο ως ιστορικό υπόβαθρο.
Εάν η ιστορία επαναλαμβανόταν ως φάρσα ή τραγωδία δεν θα είχαμε παρά απλώς να κάνουμε με τους πρωταγωνιστές και την ταύτιση με τα δρώμενα επί της σκηνής, πράγμα άνευ περαιτέρω συνεπειών. Οι κινητήριες όμως δυνάμεις των ιστορικών αλλαγών, ενδεικτικά τα συγκρουόμενα συμφέροντα των κρατών, οι οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές, οι ιδεολογίες, η κρατική ισχύς, η γεωπολιτική συνιστώσα κ.τ.λ., οι δυνάμεις δηλαδή που διαμορφώνουν καθοριστικά το διεθνή χάρτη, τις ισορροπίες στο διεθνές σύστημα, ασύμμετρες ή όχι, μολονότι λειτουργούν υπό την επίδραση νέων δεδομένων, εντός νέου εγχώριου και διεθνούς πλαισίου, παραμένουν «σταθερές». Γι’ αυτό, η επίκληση της «ιστορίας» και η προσφυγή σ’ αυτήν ως ερμηνευτικής μήτρας σε ένα βαθμό σύγχρονων εξελίξεων, υπερβαίνει τα όρια της ιστορικής αποτίμησης διότι αναπόφευκτα αθροίζεται και ενσωματώνεται στους τρόπους προσέγγισης και πρόσληψης των σημερινών προβλημάτων. Απ’ αυτή την άποψη, η επιστημονική ιστορική ανάλυση είναι αναντικατάστατη και ως απομυθοποιητική διαδικασία και εθνική αυτογνωσία και ως ιχνηλασία συλλογικών και κρατικών στάσεων και συμπεριφορών.
Η περίοδος που καλύπτει το βιβλίο αναδεικνύει όλη την πολυπλοκότητα του Ανατολικού Ζητήματος (ζήτημα που κατ’ ευφημισμόν ή αναλογία χρησιμοποιείται ωσάν ανεξίτηλο συνειδησιακό αποτύπωμα για να υποδηλώσει δυσεπίλυτα ή ανεπίδεκτα λύσεως προβλήματα του βίου μας) και την κατάσταση που επικρατούσε σε ολόκληρο τον Ελληνισμό στις παραμονές της Ανατολικής Κρίσης. Από την υπόθεση αυτή κερδισμένη βγήκε τελικά και η Ελλάδα με την ενσωμάτωση ορισμένων αλύτρωτων εδαφικών περιοχών στο μικρό και τύποις ανεξάρτητο ελληνικό κράτος (της Θεσσαλίας και της επαρχίας της Άρτας), πετυχαίνοντας κι αυτή να διαμοιραστεί ολίγα από τα δικαιούμενα ιμάτια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας λίγο μετά το Συνέδριο του Βερολίνου του 1878, το οποίο και αποτέλεσε σταθμό στην ανέλιξη αρκετών βαλκανικών λαών. Τυχαίνει βέβαια στη διεθνή πολιτική ό,τι αποτελεί εθνικό «όραμα» για ένα λαό, θεμιτό ή αθέμιτο, εφικτό ή ανέφικτο, όπως η Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου, η οποία δημιουργούσε ένα μεγάλο βουλγαρικό κράτος με νότια όρια τη Θεσσαλονίκη, να θεωρείται εφιάλτης για άλλο λαό. Το Συνέδριο του Βερολίνου επέβαλε άλλες διευθετήσεις, που κι αυτές αποδείχτηκαν προσωρινές. Αλλά έτσι συμβαίνει στην Ιστορία.
Δεν θα είχε νόημα να υπεισέλθει κανείς στην ουσία των θεμάτων που διαπραγματεύεται ο Κωφός, πόσο μάλλον στην «αντοχή» των συμπερασμάτων του υπό το φως νέων ιστορικών ερευνών που έχουν μεσολαβήσει. Η σοβαρότητα των ζητημάτων αποκλείει εξ ορισμού επιφανειακές και επί τροχάδην κρίσεις. Αυτό που έχει σημασία να υπογραμμίσει κανείς είναι ότι η ενδελεχής και εξαντλητική αξιοποίηση ανέκδοτων αρχειακών πηγών (ελληνικών, βρετανικών, γαλλικών, αυστριακών και σερβικών), η επιστημονική και εξονυχιστική εξέταση κάθε πτυχής της ελληνικής δραστηριότητας και πολιτικής του Ελληνισμού πέρα από τα σύνορα του τότε εθνικού μας κράτους, καθιστά το βιβλίο θεμέλιο λίθο για κάθε ιστορική έρευνα και ερμηνεία της περιόδου αυτής. Και συνάμα εξόχως «διδακτικό» υπό την έννοια της υπόρρητης υπόμνησης ότι στη διεθνή σκηνή τα μικρά κράτη, όσο αδύναμα κι αν είναι, μπορούν να αποκομίζουν κέρδη από τη διεθνή συγκυρία υπό ορισμένους όρους, εάν είναι σε θέση να παίζουν σωστά τα όσα χαρτιά διαθέτουν στην επιδίωξη συγκεκριμένων και ρεαλιστικών στόχων.
Τέλος, θα ήταν σοβαρή παράλειψη εάν δεν τονιζόταν η υψηλή ποιότητα του εκδοτικού αποτελέσματος. Να υποθέσει κανείς ότι τέτοιες εκδόσεις είναι εφικτές μόνο με τη συνδρομή χορηγίας;